31/8/09

Το διήγημα κοσάρας όζει

Μια μέρα πάντρεψα.Ανοιξη του 1966. Υπήρχε στην ποντιακή μου οικογένεια της Αγροσυκιάς μιά σπαστή υποχρέωση κάποιος από το σόι μας να παντρέψει τέκνον μιάς άλλης οικογένειας, φιλικής λόγω συστημικής αγχιστείας. Η διαπραγμάτευση δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί, επειδή ο πατέρας μου ήταν τότε στα 57 και τον θεωρούσαν πάππο, άρα ακατάλληλο γιά κουμπαριές.Η μάνα μου δεν ήταν Ποντία, επομένως η κουμπαριά μαζί της ήταν λειψανάβατη,έως και εχθρική. Απόμενε ο πρεσβύτερος υιός, ο γιός του Φέντια, me, myself and I. Δεν αντιστάθηκα πολύ, επειδή ήμουν περίεργος να ζήσω την εμπειρία.Κάπως συνδυάστηκε ο γάμος με τις λυκειακές μου υποχρεώσεις (εκδρομή του Πέμπτου στην Ελλάδα και τέτοια) και πήγαμε στο χωριό, να παντρέψω. Αποχαιρέτησα την τέχνη της ποιήσεως, ολοκληρώνοντας το ποίημα Πρόσκληση στον Δημήτρη [Βασιλείου, μετέπειτα Γκέτζ]

Έλα μαζί μου στο καφενείο «Το βρυσάκι»
Εκεί που μιά φωτεινή επιγραφή θυμίζει
Άγγελο μέσα σε νάιτ κλάμπ
Ή κάτι πιό αταίριαστο ακόμη

Ελα μαζί μου στην οδό [....]
Στην οδό Αρτέμιδος και Σόλωνος
Οπουδήποτε έχει χωματόδρομο
Σκόνη, χορτάρι κια ημιφορτηγά

Έλα στα χιλιάδες γιαπιά,
Στις ακίνητες ταμπέλες,στο σπίτι
Του χωροφύλακα που πήρε άδεια των Βαίων
Έλα στα αστικά των άγονων γραμμών

Έλα μαζί μου στο ερείπιο ενός πάρκου
Στο κατοχικό μπετόν και στο καινούργιο φύλλο
Τις νύχτες που ακούγεται χλωμό το ακορντεόν
Και μιά γριούλα σκέφτεται τα μαύρα που φοράει

Ελα μαζί μου[....]
Στην σκοτεινή γωνιά που φιλιέται το ζευγαράκι
Εκεί που η αγάπη μου περνάει το βραδάκι
Εκεί που τα φαντάσματα κινούνε τα εργοστάσια


(όσο θυμάμαι χαίρομαι) και πήγα να παντρέψω . Ημέρα Σάββατο.Πήγαμε με το λεωφορείο Θεσσαλονίκης Γιαννιτσών έως το Μηδέν,από εκεί πήραμε το λεωφορείο του μεσημεριού Γιαννιτσών-Αγροσυκιάς που έφτανε στο Μηδέν στις τέσσερις το μεσημέρι. Φορούσα κοστουμάκι πτι καρό γκριζάκι καλοκαιρινό που είχε αγοραστεί το 1964, καλοκαίρι. Και κραβάτα. Ο γάμος άρχισε με ουζοποσία πρωινή και μουζικάντηδες.Σε λίγο οι μισοί είχαν μεθύσει. Επεφτε χορός συνεχώς και χόρεψα τον ελαφρύν κότσαρη. Μετά άρχισε το τίκ και έβλεπα. Οταν ολοκληρώθηκε το γλέντι του γαμπρού,μπήκαμε σε ένα πουλμαν να πάρωμε την νύφη από τον Γιδά, όπου εκατοικούσε. Στον Γιδά, είχαν φτιάξει ένα Πει από πούλμαν του ΚΤΕΛ ,τρία τον αριθμό και έστρωσαν το τραπέζι στην μέση του Πεί.Τα έθιμα ήθελαν ο λεγόμενος κούμπαρος (όχι κουμπάρος) ενώ η ομήγυρη έτρωγε τσιριχτά, σιρόν και άλλα εύγευστα, να έχει στην απόλυτη κυριότητα και διακατοχή του μιά κοσσάρα, δηλαδή μιά γρηά κότα απ αυτές που έχουν το ζουμί, και ήταν υποχρεωμένος να την φάει ολόκληρη. Αυτό δεν ήταν εμπόδιο γιά κάποιον που έφαγε την άλλη χρονιά το περιεχόμενο από δύο ταβέρνες( χωρίς τα τραπεζοκαθίσματα) αλλα ήταν αβάσταχτος ο τρόπος μαγειρέματος. Η κοσσάρα ήταν βραστή, δηλαδή νερόβραστη και μάλιστα χωρίς αλατοπίπερο. Ανέδιδε μιά ωμίλα του κοττόλιπους, το κρέας ήτο ως να περιείχε ξυλοκυτταρίνη, πράγμα όχι απίθανο. Ενόσω την έτρωγα έπινα και ρετσίνα, ώσπου δεν άνθεξα και ζήτησα χαρτί και μολύβι. Μου έδωκαν ένα χαρτί εσωτερικό από Αρωμα άφιλτρο και έγραπσα, με πλαγίους κομψούς χαρακτήρες μιά συστοιχία διστίχων που άρχιζε «ο γάμος είναι πόλεμος, ο θάνατος ειρήνη/όποιος στον γάμο χαίρεται, στον τάφο του να μείνει». Ναιναιναί. Ετζι. Χόρεπσα και έναν συρτό, καταμεσήμερο, ανάμεσα στα πούλμαν. Μετά πήγαμε εν σώματι στην Αγροσυκιά. Ωσπου να μπούμε στην εκκλησία το ψίκι(=οψίκιον, η γαμπριάτικη σύναξη και πορεία) εμποδίζονταν από δήθεν μέθουες και ήταν ευθύνη του κούμπαρου να τους διώχνει δίδοντάς τους χρήματα. Οπισθεν του κούμπαρου ήντονε οι γονείς μου και έδωσαν τα μισθά των γιά να μπούμε στον Αγιο Αθανάσιο.
Ο γάμος κύλησε ομαλά, επειδή ήξερα το χρονογράφημα του Κονδυλάκη. Μετά, το γλέντι συνεχίστηκε έως αργά το βράδι. Μιά ώρα πρίν λιγοθυμήσουν οι τελευταιοι ,εκάλεσαν τον κούμπαρο να πάγει με τον γαμπρό στον προθάλαμο της παστάδας, ενώ γυναίκες φιληνάδες και συγγένισσες ετοιμαζαν την νύφη γιά τα δέοντα. Μείναμε καμιά ώρα μονάχοι. Ο γαμπρός, κοίταζε το πάτωμα,κι εγώ ολόγυρα. Ηταν αβάσταχτη η μεταξύ μας σιωπή, που την διέκοπτε αραιότατα ο ένας ή ο άλλος, λέγοντας: «ντο φτάς κούμπαρε;» ήτοι «τι κάνεις κουμπάρε;». Η απάντηση ήταν παγία: «ντό να εφτάω», ήτοι «τι να κάμω;» κι άειντε πάλε σιωπή. Επιτέλους τον φώναξαν γιά το καθήκον και εμένα με οδήγησαν στο δωμάτιο του γλεντιού όπου όλοι μου έκαναν ελαφρώς άσεμνα υπονοούμενα, που έμαθα στον κούμπαρο τα τρομερά σέξι κόλπα γιά να γίνει ακαταμάχητος. Εως τότε είχα βέβαια πουτσεύσει έξω έξω ολίγες δεσποινίδες,αλλα δεν είμαι σίγουρος πως εγνώριζα πόσα φύλλα διαθέτει το αιδοίον, και πού ακριβώς βρίσκεται.
Επιστρέψαμε την άλλη μέρα και μάθαμε ότι το ζεύγος χώρισε. Ηταν προσωρινό, αλλα δεν το ήξερα τότε. Κάθησα στο ποιητικόν λογείον και ξεφούρνισα ένα ποίημα, που έγινε δημοφιλές στην παρέα:

Ποίημα

Οι παλιότεροι από μάς ίσως την θυμούνται
Ηταν βάρβαρη κι αγαπούσε τα παλιά
Κατοχικά ρεμπέτικα του Βαμβακάρη
Σφύριζε κουραστικές πεννιές του Χατζιδάκι.

Ομορφη όχι, γεμάτη σπυριά
Γερμανόφιλη κι ορθολογιστική
Αγαπούσε Μυριβήλη και Βενέζη
Η πρώτη εφηβική μας εποχή!

Αργότερα βάφτισα το παιδί του ζευγαριού , τέλος του 1967, και συχνά έβαζα βενζίνη, αμέτρητα χρόνια, στο βενζινάδικο του κούμπαρου που μετά ικανή Γερμανία, είχε γυρίσει στο χωριό, δίπλα σε έναν μύλο που έγραφε «Πνευματικός κυλινδρόμυλος Κ.Θ .Θεοδωρίδη» και ήθελα να χρησιμοποιήσω ως τίτλο της πρώτης ποιητικής μου συλλογής. Πάντα τον ρωτούσα και με ρωτούσε «ντο φτας κούμπαρε», με παγία απάντηση «ντο να εφτάω». Με μόνη διαφορά ότι δεν υπηρχε πάτωμα. Κοίταζε με πάθος την μάνικα της μπετζίνας κι εγώ δήθεν ξεχώριζα λεφτά για το διάφορο του καυσίμου.

29/8/09

Dawkins ή Δαμασκηνός;

«μέγα ποστ, μέγα κακόν»

Η ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ ΑΥΤΑΠΑΤΗ, Richard Dawkins, εκδόσεις «κάτοπτρο». Χάρη στην στρωτή γλώσσα τής μετάφρασης των Μ. Γιατρουδάκη, Π.Δεληβοριά, Β.Σακελαρίου η ανάγνωση είναι απρόσκοπτη. Εδώ επιχειρώ μία διαγώνιο πρόταση ανάγνωσης:
Από τον index του βιβλίου παραθέτω επιλεκτικά το Σ, S . Θεώρησα αναγκαίο για να φωτίσω λίγο τα ονόματα και τους όρους, να παραθέσω χαρακτηριστικά σχετικά αποσπάσματα του Dawkins, όπου είναι εφικτό, ώστε να γίνει κάπως ανάγλυφη η παρουσία τους. Με αυτά θέλω να αναδείξω, έστω ελλειπτικά, τη θεματολογία, αλλά κυρίως τους «συνομιλητές» που επιλέγει ο συγγραφέας να έχει, και παράλληλα να εκφράσω την απορία μου, γιατί από το βιβλίο (και συνεπώς από τον index) απουσιάζουν αναφορές σχετικές με τα εξής έχοντα αρκτικό το Σ ονόματα και όρους, θεμελιωδώς συσχετιζόμενα, κατά τη γνώμη μου, με το θέμα τού βιβλίου του: σοφιστές, Σωκράτης(!) (και προσωκρατικοί) , Στωικοί (για να είμαι δίκαιος αναφέρεται στον Σενέκα), Σέλινγκ (!), Σοπενχάουερ.
Διαβάζοντας το βιβλίο είχα διαρκώς την αίσθηση ότι ο τίτλος είναι άλλος: ΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ. Μέσα μου αντηχούσε αντιθετικά η καντιανή άποψη: Από την ιδέα του Θεού δεν προκύπτει η ύπαρξη του (απόρριψη της συλλογιστικής του Άνσελμου), αλλά και η ύπαρξη του Θεού δεν μπορεί να αποδειχθεί ως εκ της φύσεως της λογικής προσεγγίσεως –άρα και η ανυπαρξία του. Ο Δαμασκηνός το έχει ήδη πει με άλλο τρόπο: «Άπειρον (εκτός a posteriori κρίσεων) το Θείον και ακατάληπτον (εκτός a priori κρίσεων) και τούτον μόνον αυτού καταληπτόν, η απειρία και η ακαταληψία».
Υπογραμμίζω το εξής σημείο τού Δαμασκηνού: «τούτον μόνον αυτού καταληπτόν». Καταληπτόν, ήτοι εντός τού πεδίου τών a priori κρίσεων. Δηλαδή, κατά τον Δαμασκηνό είμαστε εκ κατασκευής «προγραμματισμένοι» να κατακτήσουμε την επίγνωση της αδυναμίας κατανόησης του θείου μέσω της λογικής. Και ιδού λοιπόν ένα άλλο ζήτημα, το οποίο αναδεικνύεται υπό το φως τής …. εξελικτικής θεωρίας: Αν πριν τον Δαμασκηνό υπήρχε μια ασάφεια περί των ορίων τής λογικής και της πίστης, η αποφατική διατύπωση ότι μεταξύ τους υπάρχει ένα στεγανό, ίσως αποτελεί επισήμανση μιας πνευματικής εξελικτικής διαδικασίας, που ξεκίνησε με τους προσωκρατικούς και εμπεδώθηκε στην εποχή του.

Ακολουθεί ο index για το γράμμα Σ, S

σαϊεντολογία, 287-288: «μία θρησκεία που σχεδιάστηκε ευφυώς, σχεδόν εξ ολοκλήρου» κάτι που ο Dawkins θεωρεί ότι αποτελεί εξαίρεση στον τρόπο σχηματισμού των θρησκειών, οι οποίες εξελίσσονται σχεδόν δαρβινικώς (χρησιμοποιεί χαρακτηριστικά τον όρο «θρησκευτικά μιμίδια», 286).

Σαίξπηρ, Γουίλιαμ, 138, 139, 342, 480

Σάλεμ, μάγισσες, 114, 442 (αναφορά στο γνωστό περί το 1692 περιστατικό θρησκευτικής υστερίας , θέμα της ταινίας «οι Μάγισσες του Σάλεμ»)

σαντεμανιανή αίρεση, 155: αναφορά στον φυσικό Faraday, πασίγνωστο από τον ομώνυμο νόμο. «Ο Faraday ήταν μέλος της σαντεμανιανής αίρεσης, οι οπαδοί της οποίας πίστευαν (παρατατικός χρόνος, αφού πια έχουν σχεδόν εκλείψει) στην κυριολεκτική ερμηνεία της Βίβλου, έπλεναν τελετουργικά τα πόδια των νέων προσηλύτων και τραβούσαν κλήρους για να μάθουν το θέλημα του Θεού. Ο Faraday έγινε πρεσβύτερος της αίρεσης το 1860.» και «αίρεση που αποσχίστηκε από τον πρεσβυτεριανό κλάδο της Εκκλησίας της Σκωτίας τον 17ο αιώνα, Σ.τ.μ.»

Σανχεντρίν, 358: « Ο Hartung, στο ίδιο πνεύμα, αναφέρει ότι το Σανχεντρίν (το ιουδαϊκό ανώτατο δικαστήριο, επικεφαλής του οποίου είναι ο αρχιερέας) θα απήλλασε έναν Ισραηλίτη στην υποθετική περίπτωση που θα σκότωνε κατά λάθος έναν ομόθρησκό του ενώ πρόθεσή του ήταν να σκοτώσει ζώο ή παγανιστή.»

Σαουδική Αραβία:
βλασφημία, 403
γυναίκες, 372, 424
Διεθνής Αμνηστία, 58
φονταμενταλιστές, 350, 403, 404, 424
Πολλαπλές αναφορές στη Σαουδική Αραβία ως χώρας θεοκρατούμενης και καταπιεστικής.

σεκόγια, γιγάντια, 182, 183 (φυτό)

Σενέκας ο νεότερος, 389: ο γνωστός φιλόσοφος που ατύχησε να έχει μαθητή τον Νέρωνα. Ο Dawkins αναφέροντας τον Σενέκα ως υπόδειγμα ενός σεμνού και ηθικού φιλοσόφου, για να απαντήσει στο ερώτημα «αν ο αθεϊσμός ωθεί συστηματικά στη διάπραξη του κακού» αναφέρεται στη ρήση του: «Η θρησκεία είναι για τους κοινούς ανθρώπους αλήθεια· για τους σοφούς, ψεύδος· και για τους ιθύνοντες, χρήσιμη.».

σεξ, 244, 313: «οι εγκέφαλοί μας έχουν οργανωθεί κατά τρόπο ώστε να νιώθουν ευχαρίστηση με το σεξ, διότι το σεξ, στη φυσιολογική μορφή του, δημιουργεί μωρά.»

Σέρβοι, 51: «Αλλά και η αρχική χρήση της λέξης «εθνοκάθαρση» στη διάρκεια του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία αποτελεί, προφανώς, έναν ευφημισμό για να εννοηθούν οι εκκαθαρίσεις θρησκευτικών μειονοτήτων, δηλαδή ορθόδοξων χριστιανών Σέρβων, καθολικών Κροατών και μουσουλμάνων Βοσνίων».

Σίβα, 65: «Ο πολυθεϊσμός δεν είναι στην πραγματικότητα πολυθεϊσμός, αλλά μεταμφιεσμένος μονοθεϊσμός.»

σιίτες, 51: «Ως συνέπεια της αγγλοαμερικανικής εισβολής του 2003, ο πόλεμος του Ιράκ εκφυλίστηκε σε έναν μισαλλόδοξο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ σουνιτών και σιιτών.»

Σικάγο, Πανεπιστήμιο, 399: αναφερόμενος στον γεωλόγο Kurt Wise, «…. μια φονταμελιστική θρησκευτική ανατροφή, τον είχε αναγκάσει να πιστεύει πως η Γη – το αντικείμενο της γεωλογικής εκπαίδευσής του στο Σικάγο και το Harvard – είχε ηλικία μικρότερη από 10.000 χρόνια.»

σιχ, 473: «Κάποια Χριστούγεννα [….] η Independent, δημοσίευσε [….] μια οικουμενικά συγκινητική φωτογραφία: μια σκηνή από κάποιο σχολικό θεατρικό έργο με θέμα τη θεία Γέννηση. Τους τρεις Μάγους υποδύονταν, όπως ενθουσιωδώς ανακοίνωνε η λεζάντα, o Shadbreet (ένας Σιχ), ο Musharaff (ένας μουσουλμάνος) και η Adele (μια χριστιανή), όλοι τεσσάρων ετών. [………] Ποιος έντιμος άνθρωπος θα δεχόταν να αποδίδονται σε τετράχρονα παιδιά οι κοσμικές και οι θεολογικές απόψεις των γονέων τους;»

σκεπτικισμός, 89, 94, 96, 107, 110, 150, 155, 164, 241, 242, 498, 507

σκολύτης, 520: είδος μικρών κυλινδρικών κολεόπτερων της οικογένειας των σκολυτίδων.

σοβινισμός, βορείου ημισφαιρίου, 174, 203, μονοθεϊστικός, 64

Σούμπερτ Φραντς, 138, 139: «Εάν υπάρχει κάποιο λογικό επιχείρημα που να συνδέει την ύπαρξη της υψηλής τέχνης με την ύπαρξη του Θεού, οι υποστηρικτές αυτής της άποψης δεν το διατυπώνουν ρητά. Το θεωρούν αυταπόδεικτο, πράγμα φυσικά λανθασμένο πέρα για πέρα. […..] <ισχυρίζονται ότι > ο μουσικός εγκέφαλος του Σούμπερτ αποτελεί θαύμα απιθανότητας […..]. Ή περισσότερο πεζά, ίσως με τούτο εκφράζεται ένα είδος φθόνου της μεγαλοφυΐας: Πώς τολμά ένα άλλο ανθρώπινο ον να δημιουργεί τόσο όμορφη μουσική/ποίηση/τέχνη, ενώ εγώ δεν μπορώ; Συνεπώς, θα πρέπει να είναι ο Θεός που τα δημιουργεί.»

σουνίτες, 51 (βλέπε σιίτες)

σουρεαλισμός, 52, 422: «Στις 21 Φεβρουαρίου 2006, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε, σε συμφωνία με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, ότι μία εκκλησία στο Νιου Μέξικο πρέπει να εξαιρεθεί από το νόμο κατά της χρήσης παραισθησιογόνων ουσιών […..]. Οι πιστοί τού Centro Espirita Beneficiente Uniao do Vegetal πιστεύουν ότι μπορούν να κατανοήσουν τον Θεό μόνο εφόσον πιουν το αφέψημα hoasca, το οποίο περιέχει την παράνομη ουσία διμεθυλοθρυπταμίνη. […..]. Φανταστείτε τι θα γινόταν εάν τα μέλη κάποιου καλλιτεχνικού συλλόγου προσπαθούσαν να πείσουν ένα δικαστήριο πως «πιστεύουν» ότι μία παραισθησιογόνος ουσία τούς είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να ενισχύσουν την κατανόηση για τα έργα της ιμπρεσιονιστικής ή της σουρεαλιστικής ζωγραφικής.»

Σπινόζα Μπαρούχ, 46: Αναφορά στον φιλόσοφο (1632-1677) μέσω μιας ρήσης τού Αϊνστάιν: «Πιστεύω στον Θεό του Σπινόζα, ο οποίος αποκαλύπτεται στην τάξη και την αρμονία όσων υπάρχουν, και όχι σε έναν Θεό ασχολούμενο με τα πεπρωμένα και τις πράξεις των ανθρώπων.»


Στάλιν Ιωσήφ, 113, 167, 391, άθεος, 226, 383-384, 391, Θεολογικό Σεμινάριο της Τιφλίδας, 384: πολλαπλές αναφορές στον Στάλιν, εν πολλοίς εξισωτικές με τον Χίτλερ, σε παραδείγματα αθεϊστικού αμοραλισμού και σε αντιπαραδείγματα αθεϊστικής ηθικής.

Σταυροφόροι, 71, 438: ενώ προηγουμένως έχει αναφερθεί στο Κοράνι και τον ιερό πόλεμο, «Και ο χριστιανισμός εξαπλώθηκε επίσης δια του ξίφους, το οποίο κατ’ αρχάς κράδαιναν οι Βυζαντινοί [….], κατόπιν οι Σταυροφόροι και αργότερα, οι κονκισταδόρες και άλλοι ευρωπαίοι κατακτητές και άποικοι, συνοδευόμενοι από ιεραποστόλους.»

στοίχημα του Pascal, 162-165, 285: αναφορά στο περίφημο «στοίχημα» του σπουδαίου μαθηματικού και φιλοσόφου, οπαδού του Γιανσενισμού: «….οσοδήποτε μεγάλες και αν είναι οι πιθανότητες μη ύπαρξης του Θεού, υπάρχει μια ακόμη μεγαλύτερη δυσαναλογία στην ποινή για την λανθασμένη επιλογή. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να πιστεύουμε στον Θεό, διότι, αν έχουμε δίκιο, θα κερδίσουμε την αιώνια μακαριότητα, ενώ αν κάνουμε λάθος δεν θα υποστούμε καμία συνέπεια.»

Στρατός του Θεού, 414: αναφερόμενος σε ακτιβιστές κατά των εκτρώσεων: «Κάποιοι θρησκευόμενοι εμφανίζονται ανίκανοι να διακρίνουν την ηθική διαφορά μεταξύ φόνου ενός μικρού συνονθυλεύματος κυττάρων αφενός και ενός πλήρως ανεπτυγμένου γιατρού αφετέρου. […..]<οπαδοί> από το Στρατό του Θεού (Army of God, AOG) επιδίδονται σε εμπρησμούς κλινικών που πραγματοποιούνται εκτρώσεις και δεν έχουν αποκρύψει την επιθυμία τους να σκοτώνουν γιατρούς.»

Συντηρητικοί, 50, 323

σχέδιο, επίφαση, 129, 208, 209, 232: πολλαπλές αναφορές με αντιπαράθεση στο τελολογικό επιχείρημα ύπαρξης του Θεού, ή επιχείρημα εκ του σχεδίου, που υποστηρίζει ότι το Σύμπαν και ειδικότερα τα έμβια όντα δίνουν την εντύπωση ότι κάποιος τα σχεδίασε, και αυτός είναι ο Θεός.

Sacranie, σερ Iqbal, 57, 403: μετριοπαθής ηγέτης των μουσουλμάνων της Βρετανίας.

Sagan, Carl, 38, 48, 84, 116, 117, 120, 502, 510: πολλαπλές αναφορές στον γνωστό και από σειρές επιστημονικών τηλεοπτικών εκπομπών αστροφυσικό, συγγραφέα πολλών βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης. «[..] αν με τη λέξη “Θεός” εννοεί κανείς το σύνολο των φυσικών νόμων που διέπουν το Σύμπαν, τότε, ολοφάνερα, υπάρχει τέτοιος Θεός. Αυτός ο Θεός όμως δεν ικανοποιεί συναισθηματικές ανάγκες […] δεν έχει πολύ νόημα να προσευχηθείς στο νόμο της βαρύτητας», Carl Sagan.

Scarborough, Rick, 54: αιδεσιμότατος, υποστηρικτής δικαστικών αγωγών χριστιανών «που επιχειρούν να κατοχυρώσουν τη θρησκεία ως νομικό έρεισμα για διακρίσεις κατά των ομοφυλοφίλων και άλλων ομάδων, […].»

Schrödinger, Erwin, 509: αναφορά στο γνωστό θεωρητικό φυσικό (1887-1961) και την «παροιμιώδη γάτα του».

Scopew, John, 398, κατηγορούμενος στην «δίκη των πιθήκων, του Ντέιτον, το 1925. Σύμφωνα με τον μεταφραστή: «Πολύκροτη δίκη βασισμένη στην πολιτειακή νομοθεσία που απαγόρευε κάθε διδασκαλία αντίθετη στο δόγμα της θείας καταγωγής του ανθρώπου»

Scott, Nick, 476: εκπρόσωπος της Εκστρατείας για την Αληθινή Εκπαίδευση ο οποίος σε συσχετισμό με τα της αναφοράς στη λέξη «σιχ» (βλέπε πιο πάνω), διαμαρτυρήθηκε στην εφημερίδα Independent γράφοντας «τα παιδιά στις μέρες μας διδάσκονται πως όλες οι θρησκείες είναι ισάξιες, πράγμα που σημαίνει ότι η δική τους δεν έχει καμία ιδιαίτερη αξία» .

Seigneur de Dakeyne, 148: Αναφερόμενος στην ιστορική ανακρίβεια των γενεαλογιών και των περί την καταγωγή του Χριστού αναφορών στα Ευαγγέλια: «Γιατί στην ευχή θα απαιτούσαν οι Ρωμαίοι από τον Ιωσήφ να πάει στην πόλη όπου είχε ζήσει ένας μακρινός του πρόγονος; Είναι σαν να έπρεπε εγώ, λόγου χάριν να αναφέρω σε ένα έντυπο απογραφής την Άσμπι ντε λα Ζους της Αγγλίας, ως πόλη καταγωγής μου, εφόσον κατάφερνα να ανιχνεύσω το γενεαλογικό μου δέντρο έως και τον Seigneur de Dakeyne, […].

SETI, πρόγραμμα Αναζήτησης Εξωγήινης Νοημοσύνης, 117, 119, 121,207

Shaheen, Naseeb, 480: «ο Naseeb Shaheen κατέγραψε περισσότερες από 1300 βιβλικές αναφορές στα έργα του Σαίξπηρ […]».

Shaw, George, Bernard, 241: Αναφορά στη ρήση του διάσημου συγγραφέα «Το γεγονός ότι ένας πιστός είναι ευτυχέστερος από έναν σκεπτικιστή δεν σημαίνει τίποτε περισσότερο από το γεγονός ότι ο μεθυσμένος αισθάνεται ευτυχέστερος από τον ξεμέθυστο».

Sheen, αιδεσιμότατος δρ Fulton J., 48: «καθηγητής στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής, ο οποίος εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στον Αϊνστάιν όταν εκείνος, το 1940, αποκήρυξε την ιδέα του προσωπικού Θεού».

Shennan, Stephen, 281: καθηγητής Θεωρητικής Αρχαιολογίας, συγγραφέας του Genes, Memes and Human History (Γονίδια, Μιμίδια και Ανθρώπινη Ιστορία).


Sherman, Robert, 79: Αμερικανός δημοσιογράφος που σε ερώτησή του στον Τζωρτζ Μπους τον πρεσβύτερο για την ισότητα των πολιτικών δικαιωμάτων έλαβε την απάντηση: «Όχι, δεν πιστεύω ότι οι άθεοι θα πρέπει να θεωρούνται πολίτες, […]».

Shermer, Michael, 161, 191, 243, 264, 303, 320, 502: επιστημονικός συγγραφέας, ιστορικός της επιστήμης, αρχισυντάκτης περιοδικού Skeptic.

Singer, Peter, 318, 319, 382: Αυστραλός, ηθικός φιλόσοφος (1946-), μαζί με τον Hauser πειραματίστηκαν σε υποθετικά διλλήματα συγκρίνοντας την ηθική στάση αθέων και θεϊστών, όπου δεν προέκυψε σημαντική στατιστική διαφορά.

Smith, Joseph (βλ. και μορμονισμός), 288: «… ευρηματικός ψευδολόγος ιδρυτής τού <μορμονισμού>, έφτασε στο σημείο να συντάξει ένα εντελώς νέο ιερό βιβλίο, τη Βίβλο του Μορμόν, επινοώντας από το τίποτε μια ολόκληρη νέα πλαστή αμερικάνικη ιστορία, γραμμένη σε πλαστά αγγλικά του 17ου αιώνα.»

Smith, Ken, 362-363: συγγραφέας του Ken’s Guide to the Bible (ο οδηγός του Κεν για τη Βίβλο): «αν οι επιστολές του Ιωάννη φαίνεται ότι έχουν γραφτεί υπό την επήρεια χασίς, η Αποκάλυψη μοιάζει γραμμένη υπό την επήρεια LSD.»

Smolin, Lee, 217, 229: (1955-) αμερικανός θεωρητικός φυσικός, «έχει αναπτύξει μιαν ελκυστικά δαρβινική παραλλαγή της θεωρίας του πολυσύμπαντος, η οποία περιλαμβάνει τόσο σειραϊκά όσο και παράλληλα στοιχεία.».

Smythies, John, 266: νευροψυχίατρος, «Μία από τις πολλές εκδηλώσεις της θρησκείας είναι η αγάπή για ένα υπερφυσικό πρόσωπο, δηλαδή το Θεό, σε συνδυασμό με τον βαθύ σεβασμό προς τις εικόνες αυτού του προσώπου.[….] Ομοίως, ο ρομαντικός έρωτας για ένα άλλο πρόσωπο (του αντίθετου φύλου συνήθως) παρουσιάζει την ίδια έντονη επικέντρωση [….]».

Snowflakes (βλ. χιονοστιβάδες)

Sookhdeo, Patrick, 431, διευθυντής του Ινστιτούτου για τη μελέτη του Ισλάμ και του Χριστιανισμού.

Spectator, 431: περιοδικό του Λονδίνου
Spong, John Shelby, 332: (1931-)αμερικανός επίσκοπος, φιλελεύθερων τάσεων, «όσοι επιθυμούν να βασίζουν κατά γράμμα την ηθικότητά τους στη Βίβλο, είτε δεν την έχουν διαβάσει, είτε δεν την έχουν κατανοήσει».

Stannard, Russel, 105, 156, 218, 394 o Dawkins κάνει επικριτική αναφορά: «[..] (ένας από τους τρεις γνωστότερους θρήσκους επιστήμονες της Βρετανίας, [..]) συμμετείχε σε μια πρωτοβουλία που χρηματοδοτήθηκε – προφανώς – από το Ίδρυμα Templeton, για να εξεταστεί πειραματικά η υπόθεση ότι η προσευχή υπέρ νοσούντων βελτιώνει την υγεία τους.»

Stenger, Victor, 133, 179: φυσικός, «συγγραφέας του Has Science Found God? ( Ανακάλυψε η επιστήμη το Θεό;)(η απάντηση είναι όχι)».

Sterelny, Kim 239, 240: αυστραλονεοζηλανδός φιλόσοφος, μελετητής των Αβοριγίνων, λέει σχετικά: «Επιβιώνουν σε δυσχερέστατες συνθήκες […] χάρη σε μια θρυλικά πλήρη κατανόηση του βιολογικού περιβάλλοντός τους. Αλλά συνδυάζουν αυτή την κατανόηση με βαθιές και καταστροφικές εμμονές σχετικά με τη μαγεία και τις μαγγανείες […]».

Stirrat, Michael, 159, 160: συντάκτης έρευνας σχετικά με τις θρησκευτικές απόψεις των αγγλόφωνων.

Stubblebine, Albert, στρατηγός, 513, 514: πρόσωπο μιας αφήγησης σχετικής με την θεωρία των κβάντα.

Sunlloway, Frank, 161: συνεργάτης του Shermer (βλέπε πιο πάνω).

Susskind, Leonard, 179, 215: φυσικός, παρατίθεται το εξής απόσπασμά του « Δεν είμαι ιστορικός, αλλά θα τολμήσω να εκφέρω μία γνώμη: στην πραγματικότητα, η σύγχρονη κοσμολογία άρχισε με τον Δαρβίνο και τον Wallace. Σε αντίθεση με κάθε άλλον πριν από αυτούς, προσέφεραν εξηγήσεις για την ύπαρξή μας οι οποίες απέρριπταν κάθε υπερφυσική δύναμη. Ο Δαρβίνος και ο Wallace καθιέρωσαν ένα μέτρο όχι μόνο για τις φυσικές επιστήμες της ζωής αλλά και για την κοσμολογία».

Sutcliffe, Peter, 140: «Λέτε ότι είχατε εμπειρία του Θεού; […] Ο Peter Sutcliffe, ο αντεροβγάλτης του Γιόρκσαϊρ, άκουγε πολύ καθαρά τον Ιησού να του λέει να σκοτώσει γυναίκες – και φυλακίστηκε ισόβια».

Sweeney, Julia 352, 454, 455, 456: Αμερικανίδα κωμικός. Δικό της το απόσπασμα, από το σόου Letting Go of God (Αφήνοντας τον Θεό): «Αυτό ακριβώς δεν κάνουν οι αιρέσεις; Δεν σε υποχρεώνουν να εγκαταλείψεις την οικογένειά σου ώστε να σε κατηχήσουν στα πιστεύω τους;» (ως ανάλογον του «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν…»).

Swinburne, Richard, 100, 108, 109, 110, 219,220: «ένας από τους κορυφαίους θεολόγους της Βρετανίας». Παρατίθεται ένα απόσπασμά του από το βιβλίο Is There a God (Υπάρχει Θεός;), ως υποδειγματική άποψη σχετική με το «όπου βούλεται Θεός νικάται φύσεως τάξις» : «[…] Ο Θεός δεν περιορίζεται από τους νόμους της Φύσης. Εκείνος τους δημιουργεί και μπορεί να τους αλλάξει ή να τους καταργήσει – αν το επιλέξει.»

περί σωματιδίων, 220-222

Η κατσαρόλα

Το καλοκαίρι του 1964, είχα ξεκινήσει να γράφω σε ένα μακρόστενο τεφτέρι που δεν είχε ριγωτές κόλλες, αλλά λευκές.Οπότε αισθανόμουνα ελεύθερος και ευτυχής. Τελειώνοντας οι οικογενειακές διακοπές( στο Μπαξέ τσιφλίκι, παρακαλώ και μόνον δέκα μέρες επειδή είχαμε χρεωθεί γιά το διαμέρισμα της Βασιλίσσης Όλγας ,τότε στο καραγιαπί,και ήπρεπε να περνάμε με τρια χιλιάρικα τον μήνα ολιγότερα) πέρασα από τα βιβλιοπωλεία της Σαλονίκης και απέκτησα το εν Πάτμω του Παπαδίτσα, το Αξιον Εστί του Ελύτη και τα Συμπληρώματα στην Ανθολογία του Ηρακλή Αποστολίδη.
Απέξω, ήταν ατμόσφαιρα κυβέρνησης Παπανδρέου.Και είχε Λαμπράκηδες. Και έντονη φημολογία πως η δραχμή μας χάνεται και την πάει τσάρκα στην Ελβετία και στην καταστροφή ο Παπατζής.Αυτά έγραφε η εφημερίς ΗΜΕΡΑ: αυτή η δραχμή είναι δική σου.
Αλλά στο δωμάτιο που περνούσα τις νύχτες μου, επειδή το ίδιο δωμάτιο την ημέρα ήταν διαμονητήριο όλων μας, από αυτά τα τρία βλιβλία(όχι βιβλία) που διάβαζα τρείς και τέσσερις φορές καθημερνώς, συνδράμοντας, όποτε αισθανόμουν αδιάβαστος, οι δύο μικροί τόμοι του Καβάφη,πάντα η Τρίτη έκδοση των ποιημάτων του Σεφέρη, ο Εμπειρίκος από τον Γαλαξία,ο δεύτερος τόμος της Ανθολογίας Περάνθη, και οι Προσανατολισμοί του Ελύτη, πάλι Γαλαξίας, αναδυόταν από την συνείδησή μου ένας προσωδιακός χαρακτήρας με μορφή λόγου, που έκτοτε δεν ξανασυνάντησα. Νόμιζα πως ήμουν άφωνος και άηχος συνθέτης. Νόμιζα πως μπορούσα να καταλάβω κάθε εικαστική τεχνική ,ακομη κι άν την έβλεπα μέσα από το κακοτυπωμένο κλισέ μιάς εφημερίδας τυπωμένης σε χονδρόκοκκο τρελόχαρτο. Οπότε, καλυτερεύοντας τα μάτια της ψυχής, έρριχα κι άλλο κάρβουνο στην υπόθεση. Οχι κάθε μέρα, αλλά κάθε εβδομάδα οπωσδήποτε, τέλειωνα την ανάγνωση όλων των τευχών της Νέας Εστίας που διέθετα (από το 1962) και όλων των Εποχών (από το πρώτο τεύχος).Ωστόσο ,τσιμπούσα συνείδηση από οτιδήποτε γραμμένο: θυμάμαι πότε πρωτοείδα φωτογραφία του Μπομπ Ντύλαν: σε μια σελίδα του Time η του Newsweek, ένα τόσο δα κλισεδάκι, με τον τραγουδιστή πάνω από πέντε απαξιωτικές κουβέντες και μιά παράξενη γκριμάτσα. Ναι ,υπήρχε και τότε Μπουσισμός, αλλά τον ξόδευαν γιά τους δημοφιλείς στην κοινωνία των παιδιών.
Τα υπόλοιπα θα τα αναπτύξω πριν αποθάνω. Γιά την ώρα, μένω στην ανάγνωση του Αξιον Εστί. Ηταν μιά διαδικασία εκτέλεσης μιάς παρτιτούρας από κάποιον που δεν είχε αγγίξει μουσικό όργανο και δεν κάτεχε ντιπ την σχετική τέχνη. Το μόνον που ήθελα, ήταν να στιχουργώ, να μη επιτρέπω ινστρουμένταλ κομμάτια να παρεμβαίνουν στον εαυτό μου, επειδή αποκτούσα την διάθεση να σαλτάρω, όχι στα μπούτια της Μόρφως, στο μπαλκόνι της Βυζαντίας και στις μυρωδάτες κοιλιές, και τις επτά, της Αρδοσλάφκας,αλλά από τον γκρεμνό που φάνταζε ανίκητος, στο δυτικό μάγουλο της χαράδρας πάνω από το Κορνισόρ, την Κρώμνη.Η σκέτη μουσική με οδηγούσε στην αυτοκτονία. Μουσική μετά στίχων, λιμπρέτου ή απλώς κανταδόρικη με παρέα, την άντεχα πιό εύκολα.
Το 1962 είχα μιάν αποκαλύπτική εμπειρία. Κοιμόμουνα με το ραδιόφωνο από βακελίτη δίπλα στο κρεβάτι μου και άκουγα τους ήχους ώσπου να κοιμηθώ. Τότε, αναδύθηκα από το πρωτοϋπνι και έμαθα ότι θα άκουγα ένα έργο ονόματι Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Ιγκόρ Στραβινσκι. Το άκουσα. Στο τέλος της νυκτός ,παρά τα ροχαλητά που ακολούθησαν στον βίο μου, ήμουν πεπεισμένος ότι δεν θα κοιμόμουνα ποτέ ολόκληρος. Οτι ένα τμήμα μου, θα παρέμενε αγρυπνο.Είχα γίνει κουρέλι. Δεν πίστευα αυτό που άκουγα, γι΄αυτό και έγινα οπαδός του. Δεν υπήρχε πραγματικότητα γιά μένα.Θα ήμουν διασπασμένος σε εικόνες που ήταν προορισμένες να δακρύζουν εν τη απιστία τους.
Εκτοτε, αντάμωσα την ίδια αποκαλυπτική εμπειρία διαβάζοντας το Αξιον Εστί. Ενώ καταλάβαινα εύκολα την απλη δομή του και με ενοχλούσαν διάφοροι στίχοι, ο τραντελληνισμός του, τα σερπετώδη και μπρούτα πεζά του, καταλάβαινα ότι αυτός ο ποιητής έπρεπε να βιωθεί μέσα μου ως το σύνολο των αντιρρήσεων που θα μπορούσα ποτέ να εφεύρω. Ηταν ένας ποιητής που δεν θα χώνευα, επειδή δεν χώνευα την ίδια μου την ύπαρξη. Κυρίως επειδή σε άφηνε να ντύσεις με την δική σου μουσική την πάσα γνώση και αγνωσία που σε τύλιγε.
Επί μερικούς μήνες, ήμουνα ένα είδος άτυπου ατζέντη του Ελύτη στα Γιαννιτσά. Μαζί, εν παραλλήλω, του σουρεαλισμού.Τον Οκτώβριο του 1964, ζήτησα από τον φιλόλογο,ονόματι Γαβριηλίδη,να διαβάσω την ιστορία από το μέτωπο στην εορτή της 27ης Οκτωβρίου στο Λύκειο, που ήταν και ταυτόσημη με την εορτή της Σημαίας. Ο καθηγητής, διάβασε σουφρώνοντας κατ έθος τα χείλη από το αντίτυπό μου, και έσβησε με μολυβάκι δυό πράγματα: το «όι, όι μάνα μου», μάλλον επειδή του θύμιζε το «λελε μάικω» και σθλαβομακεδόνιζε, αλλά και την μνεία γιά τις ψείρες που τρώγανε τους φαντάρους. Τα άλλα τα άφησε απείραχτα.Οντως, το διάβασα στην σχολική αυλή, άρεσε πολύ στους συμμαθητάς μου και στην μοναδική δηλωμένη αριστερή συμμαθήτριά μου,και τέλειωσε.
Τέλειωσε; Σκατά. Σε λίγες μέρες, πρώτη Νοεμβρίου 1964 μεσημέρι κατά τις 3,το ΕΙΡ του Πεπονή ,παρουσίασε το μουσικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη και το άκουσα, κολλημένος στο βακελιτικόν εωσφορικόν μέσον άχρι θανάτου. Η μελοποίηση που άκουγα με γοήτευε και με εξαγρίωνε. Με γοήτευε διότι απείχε παρασάγγες από την δική μου μουσική υπόκρουση, και κύλαγε άνετα επειδή ο συνθέτης ήταν συνθέτης και γνώριζε την τέχνη του εσναφιού, αλλά με εξαγρίωνε επειδή κολόβωνε το ποιητικό έργο, και επέλεγε στροφές ή λογάκια που δεν είχαν την συνέχεια του βιβλίου. Δεν καταλάβαινα, με δυό λόγια, γιατί έπρεπε να πολεμάω με σκοταδιστές καθηγητές, ακροδεξιά απομεινάρια του εμφυλίου, να διαμαρτύρομαι ή να ειρωνεύομαι στην κοπτοραπτική τους και όταν έπραττε το ίδιο ο ηγέτης των Λαμπράκηδων, να κάνω μπράκ και να αποκρύπτω την ορφάνια στην οποία με οδηγούσε.
Φυσικά, το μουσικό έργο το απορρόφησα πιό καλά κι από καλύμνιο σφουγγάρι .Αλλά κατάλαβα πως η σύνθεση κατέστρεψε εντός μου όλην την ακατάδεχτη ψύχα, όλην την ευαισθησία που την δυνάστευε έκτοτε το τραγικό, αντί να ψωλοβαράει μονίμως και ευτυχισμένη, με το δραματικό. Ποτέ μου δεν θα καταλάβαινα ένα σατιρικό δράμα. Η μελοποίηση του Αξιον Εστί με έπεισε πως άλλος δρόμος εξόν του τζουτζέ, του γραφικού και του υπερμαλάκα, δεν υπήρχε γιά κάποιον αφοσιωμένο στην τρέλα της γραφής.
Εκανα μιά τελευταία προσπάθεια να αποκαταστήσω την βαρέως τρωθείσα ψυχική μου υγεία. 31 Δεκεμβρίου 1964, στην γιορτή των φροντιστηρίων Σβάρνα, παράρτημα Γιαννιτσών ,διάβασα ολόκληρο το Αξιον Εστί στην εορτάζουσα ομήγυρη, δίπλα στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο και κάτω από μία ποπίστικη εικονίτσα μιάς κυρίας που ψώνιζε, στην οποία είχα προσθέσει κολλαζάκια, πτερά και πέπουλα.Το άκουσαν και μεταξύ τους λέγανε «ε, αυτός πάει γιά ποιητής,τον χάσαμε τον Παγκανέλ».

Τιποτα απ΄όλα αυτά δεν θα με ενδιάφερε, σαρανταπέντε χρόνους μετά τα δρώμενα,άν δεν επιστρέφαμε από Χαλκιδική τις προάλλες και δεν τραγουδούσαμε διάφορα, προκειμένου να μηδενιστεί ο χρόνος του φίδου και να πάνε κάτω τα χιλιόμετρα. Οπότε ,στην δεύτερη σήραγγα Μετσόβου, αναδύεται από μέσα μου ένα σπόλιον Δημήτριεφ «τα θεμέλιά μου στα βουνά-ποόμμμ-και τα βουνά σηκώνουν οι λα-οί-ουουοουουμμμμ-στον ώμο τους» κι εκεί που περίμενα τον Πετεφρή να αναλάβει δράση να απομειώσει το μέλος, να καταγγείλει την προσωδία, να θυμηθεί τους Λαμπράκηδες και να εμέσει εναντίον των τοπίων γλιτσερές και ανούσιες αναμνήσεις, θεραπευτικές, με πιάνει, ώ αναγνώστες και ώ αναγνωστάκηδες, ένα κλάμμα, απερίγραπτο.Λυγμικό που έφτασε να γίνει βογγητό και θρήνος, όπως θα έκλαιγε μιά αρκούδα άν καταλάβαινε τι γράφουν υπερ αυτής στα ψηφιακά ταμπελάκια της Εγνατίας.
Εκλαψα γοερά. Αρχισα να ανησυχώ .Πήγα να τραγουδήσω άλλα τραγούδια, αδύνατο. Με το τέλος των δακρύων, σαν από τον πάτο μιάς κατσαρόλας, θαρρείς και ανασηκωθηκε το καπάκι της και νόμισα πως διέκρινα φώς ψηλά, φώς του ήλιου από το οποίο με χώριζε νερό θαλασσινό, πολύ νερό.Ηταν η μόνη στιγμή στα τελευταία χρόνια, που κατάλαβα πόσο επαγγελματική είναι η κατάθλιψη που με κυβερνά και το γράφω προς ενθύμησιν.

28/8/09

Sraosha: Ένα μεγάλο φωτεινό καλοκαίρι

εξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά



Διακοπεύοντας στα νησιά και βολτάροντας στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου με τη Μικρή Ολλανδέζα, μου έλεγε πόσο πολύ την εντυπωσιάζει το κοφτερό, καθαρό και κάποτε συντριπτικό μεσογειακό φως. Εγώ, ως γνωστόν, προτιμώ το λοξό και διαυγές φως της πατρίδας της, ή μάλλον των ζωγράφων της πατρίδας της, που διασώζει κι αναδεικνύει τα χρώματα. Τέλος πάντων, δείχνοντάς της την Αθήνα και το νησί, είχαμε πολλές ευκαιρίες να τυφλωθούμε από το φως. Όταν τυφλώνεσαι από το φως, καμμιά φορά τα βλέπεις όλα μαύρα (άλλωστε έτσι ξεκινάει κι ο Ήλιος του θανάτου του Πρεβελάκη), καμμιά φορά βλέπεις κύκλους και σχήματα άυλα ή σιλουέτες ασώματες. Σαν αγγέλους δηλαδή, αλλά όχι τους άφυλους νεαρούληδες αγγέλους της δυτικής εικονογραφίας, παρά όντα όπως τα Σεραφείμ και τα Χερουβείμ: εξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά -- κι ελάχιστα ανθρωπόμορφα. Όπως οι Θρόνοι, άγγελοι πολυόμματοι με μορφή πύρινων φτερωτών τροχών στο όραμα του Ιεζεκιήλ.

*

Ρε, Λα, Σι ύφεση, Λα

Όταν είσαι σπίτι σου ακούς αυτό που θες. Όταν βγαίνεις στις καλοκαιρινές εξόδους ακούς αυτά που θέλει κάθε άσχετος που νομίζει ότι είναι ντιτζέι. Τουλάχιστον, αντίθετα με τους άσχετους που αυτοπροσδιορίζονται ως μπάρμαν αλλά δεν ξέρουν ούτε σφηνάκια τεκίλας να βάλουν, από τους ατζαμοντιτζέι δεν κινδυνεύεις. Συνήθως.

Φέτος ακούσαμε πολύ αυτό



που είναι καλύτερο από αυτό. Επίσης, ένας (καλός) ντιτζέι στο μπαρ Μύλος μας υπενθύμισε ότι η γενιά μας γνώρισε πρώτα την παρακάτω εκδοχή του Passenger, πριν από αυτή του Iggy Pop.



Στο σπίτι ακούγαμε κι αυτό.

*

Μουσείο, μουσείο, μουσείοοοο

The most obvious shot

(Διαβάστε πρώτα αυτό).

Το νέο μουσείο με ενθουσίασε. Είδα την κόμη των Καρυάτιδων. Είδα τα αγάλματα να αιωρούνται (όπως το είχε θέσει ο Αθήναιος), να μετεωρίζονται, να μεταρσιώνονται. Είδα έναν υπέροχο χώρο (κι εδώ διαφωνώ με τον Rakasha), έναν εσωτερικό χώρο συνεπή και συναρπαστικό, ελεύθερο και χωρίς αυστηρές διαδρομές, που οσμώνεται ιδανικά με την πόλη και το έξω (χάρη στα πλεξιγκλάς και το γυαλί). Είδα στην αίθουσα του Παρθενώνα το μέγεθος και τη φύση της λεηλασίας της ζωφόρου, αντεπιχείρημα σε όσα έλεγα πριν λίγο καιρό, αν και συμφωνώ με τον Rakasha (και τον εαυτό μου στο εν λόγω ποστάκι) ότι "τα μάρμαρα, Ελγίνεια και μη, θα είχαν νόημα μόνο πάνω στον Παρθενώνα - χωρισμένα από το σώμα του, διάσπαρτα στο χώρο ,δεν προσφέρουν στον επισκέπτη ούτε καν μια αποσπασματική εικόνα του όλου: είναι παντελώς ακατανόητα." Πρόκειται πάντως για ένα πραγματικά μεγάλο και, επίσης, όμορφο μουσείο.

*

Πυρετός στο Μπουρνάζι



Είχα να πάω στο Μπουρνάζι από το 1991, από το οποίο είχα περάσει με μια κοπέλα από την Πετρούπολη, η οποία το περιφρονούσε. Εμένα, τώρα το 2009, απλώς με σοκάρισε. Νόμιζα ότι ο Κορυδαλλός είναι επαρχία μέσα στο Λεκανοπέδιο. Αν είναι έτσι, τότε η πλατεία με τα κουλομάγαζα στο Μπουρνάζι είναι η λαρισαϊκή εκδοχή του Βέγκας. Του Λας Βέγκας. Ένας κόσμος τόσο ξένος από την Αθήνα που ξέρω, όσο η Πολιτεία από τα Πατήσια. Η αντίφαση, που λέγαμε. Και η Κύπρος ως το όνειρο το μέσου Έλληνα, επίσης.

26/8/09

ΑΙΓΙΑΛΙΤΙΣ ή φακινέι λογοτεχνία



Υπόσχομαι να ονοματίζω
Ό,τι δεν γουστάρω, ό,τι
Αγαπώ και καθετί
Που δεν ανέχομαι.
Σβήνει διότι εντός μου
Αυτός ο ντεμέκ ρυθμός
Ο επιβάλων ώσπερ φου-
Ρούσι μπαρόκ ευθυμίας
Να κουνάω την ψωλή
Όποτε διέρχεται γυνή
Στα τρία ναυτικα μίλια.

25/8/09

kukuzelis: Λαογραφικά ανάλεκτα.

ή Κλίκαρε τις φωτογραφίες για να γίνουν μεγαλύτερες.

*


001: Το ταξίδι.







*

002: Το χωριό.





Ένα πελέκι:
















Από το βιβλίο:

Συνεδρίαση Γενικής Συνέλευσης (Γενική Συνέλευση = κάτι σαν Βουλή της εποχής) 6ης Μαΐου 1881. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τη σύναψη σύμβασης με την τράπεζα Ζαρίφη:
«Ο πληρεξούσιος της πόλης του Ρεθύμνου Δερβίς Εφένδης Πρασιανάκης, υποστηρικτής της σύναψης σύμβασης με τράπεζα, φωτογράφιζε τους εμπόρους ότι δεν επιθυμούσαν τη σύσταση της τράπεζας “εξ ης [=από την οποία] ο χωρικός θα λαμβάνει χρήματα με 8% ή 9% [τόκο] και όχι με 25% και 50% ως λαμβάνει παρά τούτων (τινών εμπόρων)”. Τον αντέκρουσε ο ομόδοξός του και πληρεξούσιος Ηρακλείου Μουσταφά Εφένδης Παπουτζαλάκης, κρίνοντας ότι “η σύστασις τραπέζης δεν είναι ωφέλιμος δια την Κρήτην. Ο τόπος δεν έχει ανάγκην χρημάτων διότι πας τίμιος άνθρωπος δύναται να δανεισθεί με 7% και 6%”. Επίσης οι χριστιανοί πληρεξούσιοι Ασκούτσης, Ησυχάκης και Μιχελιδάκης διαμαρτυρόταν “εν ονόματι της εμπορικής τάξεως” για την επίθεση που δεχόταν. Ο τελευταίος υποστήριξε ότι τουλάχιστον στο Ηράκλειο και το Ρέθυμνο το επιτόκιο του ιδιωτικού δανεισμού ήταν 8% και 7%.»
[Τα μπολντ δικά μου.]

*

Συνεδρίαση Γενικής Συνέλευσης 12ης Μαΐου 1889. Πληρεξούσιος (πληρεξούσιος = κάτι σαν βουλευτής) Πολογεωργάκης:
«Εάν κύριοι σήμερον υποφέρωμεν οικονομικώς, εάν ευρισκόμεθα εις το σημείον τούτο οφείλεται αποκλειστικώς εις την Συνέλευσιν του 1887 […] ενώ οι άνθρωποι εκείνοι ευρίσκοντο ενώπιον προϋπολογισμού εσόδων 7 εκατομμυρίων, δεν εδίστασαν να αναβιβάσωσι τον προϋπολογισμόν των εξόδων από 12.600.000 σε 14 εκατομμύρια […] το ποσόν τούτο διετέθη εις δημιουργίαν θέσεων, εις αύξησιν μισθοδοσιών και δαπανών αι οποίαι είναι μόνον και μόνον όπως διαφθείρωσιν τον τόπον και καταστραφεί το δημόσιον ταμείον».

Τω καιρώ εκείνω γινόταν εκλογές κάθε χρόνο! Η Κρήτη ήταν ακόμα Οθωμανική και οι Συντηρητικοί ή Μετριοπαθείς ή Καραβανάδες, που είχαν χάσει την πλειοψηφία στην Γενική Συνέλευση από τους Φιλελεύθερους ή Ριζοσπάστες ή Ξυπόλυτους, ξεκίνησαν «επανάσταση» για να ενωθεί πάραυτα ή Κρήτη με την Ελλάδα.
«Η ενωτική δραστηριότητα των χριστιανών Συντηρητικών συνδέθηκε με κάποιες φήμες ότι η Γερμανία ήταν ευνοϊκά διατεθειμένη απέναντι στην ενωτική λύση. Συγκεκριμένα είχε διαδοθεί ότι η Γερμανία είχε ζητήσει από την Οθωμανική Αυτοκρατορία να προσφέρει την Κρήτη ως γαμήλιο δώρο στην πριγκίπισσα Σοφία. Το αποτέλεσμα ήταν να αναζωπυρωθεί οι θρησκευτικός φανατισμός.»

Φυσικά η Υψηλή Πύλη δεν έμεινε αδιάφορη. Κήρυξε στρατιωτικό νόμο.

Κι όμως, περίπου δυο μήνες πριν:
«Η σύμπλευση των χριστιανών με τους μουσουλμάνους Συντηρητικούς [είχε φτάσει] στο αποκορύφωμα της τον εκλογικό μήνα Μάρτιο, όταν σε ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο 1200 ένοπλοι χριστιανοί και μουσουλμάνοι Συντηρητικοί είχαν συναθροιστεί στον Μυλοπόταμο. Η έκπληξη του Άγγλου προξένου Biliotti ήταν μεγάλη όταν παρατηρούσε πως μια τέτοια ένοπλη συνάθροιση ποτέ στο παρελθόν δεν είχε πραγματοποιηθεί στο νησί».

*

Φιλότιμη δουλειά το βιβλίο. Έχει όμως τα προβλήματά του (δεν γίνεται κι αλλιώς;): Πχ, έχει ίντεξ μόνο προσώπων κι όχι πραγμάτων, τόπων και προσώπων, κάτι που θα διευκόλυνε το ψάξιμο και το ξαναδιάβασμά του. Έχει ένα σωρό ενδιαφέροντα γραφήματα, των οποίων παρατίθεται πλήρης κατάλογος στην αρχή, αλλά χωρίς παραπομπή στην αντίστοιχη σελίδα του βιβλίου... Σημαντικότερο: υπερβολική, κατά τη γνώμη μου, μονομέρεια στις πηγές του Α’ μέρους («Οι μετασχηματισμοί των πολιτικών θεσμών και το νέο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο» - το Α’ μέρος πρόλαβα να διαβάσω): Από τις 542 σημειώσεις οι 322 (~60% του συνόλου) αφορούν αναφορές-εκθέσεις ξένων διπλωματών (Άγγλοι-Γάλλοι) και από αυτές περίπου το 60% στηρίζονται σ τις εκθέσεις του προξένου Sandwith. Οι Έλληνες πρόξενοι; Οι Οθωμανοί διπλωμάτες; Θα περίμενα τουλάχιστον μια σύντομη βιογραφία του Sandwith ή, έστω, έναν λιγότερο γενικό τίτλο… κτλ κτλ.

*










Τα αρχαία:





Το χωριό έχει τη δική του άποψη
για το μέλλον του:







Σημειώνω το βράδυ που δεν με άφησαν να κοιμηθώ τα καλάσνικωφ. Ένας πιτσιρικάς έφευγε φαντάρος και θεώρησε καλό να καλέσει 300 (! -όπως άκουσα) για να το γιορτάσει. Ριπές μέχρι πρωίας. Δηλαδή μέχρι τις 4! Η ωραία εορτή έγινε σε δημοτική περιουσία (προφανώς κατόπιν αδείας).

*

003: Η Εθνική Οδός.




*

004: Η Πόλη.














*

Κατάλαβα από μακριά τι ήθελε να πει η εικόνα. Μου άρεσε το μπλε φόντο:



*















*

Η ροζ πόρτα δεξιά, στην από κάτω εικόνα, είναι μπουρδελάκι (έχω μετρήσει περίπου τέσσερα, μάλλον είναι περισσότερα). Μου άρεσε η γειτονία με τα «εκκλησιαστικά» αριστερά. Μου άρεσε και το βέλος μεταξύ τους. Επίσης η αμβλεία γωνία που σχηματίζει η πρόσοψη του κτιρίου αριστερά. Ανεξάντλητοι σε επινοητικότητα εμείς οι μικρομεσαίοι.





«Απολύτως φυσικό, απολύτως Κρητικό». Ποτέ κανείς δεν έχασε τοκίζοντας
τοπικισμό (και εθνικισμό).












*

«Εφημερίδες της Ολλανδίας αναφέρονται σε “νησί της κραιπάλης”». Τρέμε
Μύκονος.





*




Οδός 1866. Το κέντρο της Κρήτης:





Άντε τώρα να εμπιστευτείς την αστυνόμευσή σου
σε ανθρώπους που βάζουν τρία θαυμαστικά
μετά το Απαγορεύεται και το Επιτρέπονται.






Καντίνα απέναντι από το αεροδρόμιο:



Κατεύθυνση προς τη λεωφόρο Στέλιος Καζαντζίδης:



Αλάνθαστο κριτήριο: Ένας Δήμος αντιμετωπίζει προβλήματα όταν σου εύχεται
Χρόνια Πολλά τον Αύγουστο:



*
Άλλο ένα μπουρδελάκι:



Είναι άραγε μέτρο της καλής διάθεσης μιας πόλης
(ένα είδος "καλώς όρισες" στον ξένο) ο αριθμός των δημόσιων οίκων ανοχής;
Το σημειώνω χωρίς ειρωνεία.


*
Δεν ξέρω τι λένε οι στατιστικές, αλλά βάζω στοίχημα ότι έχουμε (οι Κρητικοί βεβαίως) τα μεγαλύτερα σουβλάκια καλαμάκια της Ευρώπης:



*

Το τασάκι από κάτω το ψώνισα από μια Κινέζα.





Και χάρη σ’ αυτήν γνώρισα τον δεύτερο Κινέζο που μιλάει (έστω σπαστά) ελληνικά. Ο πρώτος ήταν συμφοιτήτριά μου που είχε παντρευτεί Έλληνα.



*







*






Προτιμάτε τα πάρκινγκ. Γλιτώνετε τόνους άγχους.

Αντισταθμίζω το κακό που μου κάνει το κάπνισμα επιλέγοντας πάρκινγκ.




*

+ οι ωραιότατες φωτογραφίες του Thomas.

*

005: Η μπητς.

Στον δρόμο προς την μπητς:




Δεξιά (είσοδος):




Πίσω:




Αριστερά (έξοδος):



*

Η τοποθεσία λέγεται Παλαιόκαστρο.






Παλαιόκαστρο: «Νεότατος παραθαλάσσιος οικισμός της κοινότητας Ρογδιάς» γράφει ο Σπανάκης στο «Πόλεις και Χωριά της Κρήτης». Στο ίδιο βιβλίο μετράω τρία διαφορετικά Παλαιόκαστρα ή Παλιόκαστρα ή Παληόκαστρα (μαζί με αυτό) και άλλα τρία διαφορετικά Παλαίκαστρα. Βρίσκω και πέντε Καστέλια, δύο Κάστελους, δυο Καστελιανά, ένα Καστελάκια και τρία Καστριά.


*

Μπροστά:




*

006: Πάνω στο Κάστρο.

«Το σπουδαιότερο μνημείο της Βενετοκρατίας είναι τα [...] τείχη. Δεν υπάρχει καμιά πόλη ούτε στην Ευρώπη ούτε στην Ανατολή που να σώζει τόσο πλήρη και ακέραια τα οχυρωματικά της έργα, σαν το Ηράκλειο.»



«Ο περίβολος των επιβλητικών τειχών του Χάντακα […] ήταν η τελευταία λέξη της οχυρωματικής τέχνης εκείνης της εποχής. Η ανοικοδόμησή των άρχισε το 1462 και βάσταξε περισσότερο από 100 χρόνια.»



[Δεν πιστεύω να διαφύγει κανενός το σεξουαλικό υπονοούμενο στην από πάνω φωτογραφία.]




«Η δαπάνη των έργων εβάρυνε το κεντρικό ταμείο της Βενετίας, το Ταμείο του Βασιλείου και ολόκληρο τον πληθυσμό της Κρήτης χωρίς να εξαιρεθεί ούτε και ο αυτός ο κλήρος.»



Στέργιου Σπανάκη, Η Κρήτη, Τουρισμός-Ιστορία-Αρχαιολογία, Έκδοση Βαγγέλη Απ. Σφακιανάκη, Ηράκλειον Κρήτης, Α’ τόμος (χωρίς χρονολογία έκδοσης). Το βιβλίο πρέπει να εκδόθηκε τις δεκαετίες 50-60. Άριστη έκδοση, απ όσο μπορώ να κρίνω. Έγινε σχετικά πρόσφατα ανατύπωση αλλά ουδεμία σχέση!

*

Πάνω στο Κάστρο βρίσκονται το γήπεδο του Εργοτέλη και, γείτονάς του, ο τάφος του Καζαντζάκη (ή Καζατζάκη)





Στη μια του άκρη (προμαχώνας Βιτούρι): το Δημοτικό παρκινγκ, σπίτια και μαγαζιά:




[Ο προμαχώνας Σαμπιονέρα –βορειοανατολικά‐ στέκεται μόνος του κοντά στη θάλασσα. Τα τείχη που τον ένωναν με το υπόλοιπο κάστρο έχουν γκρεμιστεί.]


Στην άλλη άκρη (προμαχώνας Αγίου Ανδρέα ‐βορειοδυτικά) η θάλασσα και τα μαγαζιά:




*

Παράλογες απαγορεύσεις:



Απέναντι από το γήπεδο. Πιθανόν πρόκειται για μια ακόμα περίπτωση "ουδέν μονιμότερον του προσωρινού".

*

Λίγο παραπάνω να το πρόσεχαν, τύφλα νάχει το Σέντραλ Παρκ! Κι έτσι όμως καλό είναι.












*

Λογικές απαγορεύσεις: Μια ιστορία με ντογκόουνερ.





Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα:





Από πάνω: Ο κόσμος από τη σκοπιά της μύγας. Στη φωτογραφία, εκτός από τον Γίγα τον σκύλο (που δεν φταίει σε τίποτα) διακρίνονται παρκαρισμένα ένα μηχανάκι κι ένα αυτοκίνητο (πίσω από το δέντρο). Απαγορεύονται κι αυτά.

Τέλος της ιστορίας με ντογκόουνερ.

[Χρειάζομαι ένα τραγούδι, χιπ-χοπ κατά προτίμηση, που θα εξυμνεί και αυτή τη μορφή της νεανικής παραβατικότητας. Οι μπαλωθιές κτλ δεν είναι παρά η "βίαιη" εκδοχή της.]

*





Προβολείς γηπέδου που βρίσκεται στον περίβολο από κάτω. Κάνουν δύσκολη τη ζωή του απογευματινού-νυχτερινού περιπατητή από πάνω.






Τα μυστικά του Κάστρου.





Το Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείο χτίζεται απέναντι από τον προμαχώνα Βηθλεέμ. Στη φωτογραφία από κάτω το γκαράζ του Κέντρου (μάλλον):










*

Στο βάθος οι προβολείς του γηπέδου.




Εκτός από τον κινηματογράφο το κάστρο έχει δύο χαριτωμένα, κομψά, θεατράκια στον περίβολό του. Το τεράστιο κηποθέατρο Καζαντζάκης μου φαίνεται καλό για θερινός κινηματογράφος, την εποχή της ακμής των θερινών, αλλά σήμερα είναι ψυχρά μεγάλο για τις περισσότερες εκδηλώσεις.













Αρκετά φανάρια είναι σπασμένα και δεν ανάβουν.
Αρκετά δεν ανάβουν, τελεία.
Μερικά παράγουν μυστήρια φρούτα:






*

007: Η νύχτα.









Πανσέληνος:








Στίχοι που πήρε το μάτι μου ξεφυλλίζοντας τη συλλογή μελετών του Πέτρου Κολακλίδη (1920-1985), «Μελέτες, Τόμος Α’, Ελληνική Γραμματεία και Γλώσσα» (επιμέλεια Σταύρος Ζουμπουλάκης, εκδόσεις Βικελαία Βιβλιοθήκη Δήμου Ηρακλείου, 2006). Οι στίχοι είναι του Μιχαήλ Γλυκά:
Αφ’ ότου φθάση ο πειρασμός, το πόθεν μη γυρεύης,
Μη ψηλαφάς τον αίτιον, μη λέγης· «πόθεν ήλθεν;»
Ανασκουμπώσου, δέξου τον, και, ως δύνη, δούλευσε τον·
Ως δύνη, το «η» με υπογεγραμμένη. Διαβάζω στον Δημητράκο: δύνη (δύνηαι), β’ εν. υποτ. του δύναμαι. Ως δύνη = όπως μπορείς.

Και συνεχίζει (ο Γλυκάς):
Μη θροηθής, μη σαλευθής, μη νικηθής, μη ενδώσεις,
Μη κάμψης γόνυ μηδαμώς, μη χλευασθής κατά τι.
Μη θροηθής = [θροώ = φοβούμαι, ταράσσομαι, «ακούσας ταύτα ο Διγενής ποσώς δεν εθροήθη»] = μη φοβηθείς, μην ταραχτείς. (Δημητράκος και πάλι)
Μη χλευασθείς [χλευάζω = εμπαίζω, περιγελώ τινά].

Παρατηρεί ο Κολακλίδης: «Τα ‘παραινετικά’ λόγια του Γλυκά μου έφεραν αμέσως στο νου (δικαιολογημένα ή όχι) τις παραινέσεις του ‘Απολείπειν [ο Θεός Αντώνιον]’.»

Πρόκειται για το γνωστό ποίημα του Καβάφη:

[...] μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχτείς.
Σαν έτοιμος από καιρό [κτλ]

Τίτλος της μελέτης του Κολακλίδη, «Η αρχαία κληρονομιά στη Νεοελληνική Ποίηση».

(«Στίχοι ους έγραψα καθ’ ον κατεσχέθη καιρόν» τιτλοφορεί ο Γλυκάς. Διαβάζω στον Δημητράκο: κατασχάζω = σχίζω, ανοίγω δια κοπής. Στίχοι που έγραψα τον καιρό που σκίστηκα; Που ξεσκίστηκα; Που έγινα κομμάτια; Που με άνοιξαν; Κάτι άλλο;) [26/08: Καθ' ον κατεσχέθη καιρόν = τον καιρό που φυλακίστηκα, με ενημερώνει ο Πετεφρής -σχολιάζοντας]










Το φεγγάρι στο κέντρο υποδύεται το γιασεμί.










*

008: Οι λεκέδες.

Τους βλέπω απαράλαχτους χρόνια τώρα. Στις πλατείες και τα πεζοδρόμια. Υπαίθρια, μόνιμη, έκθεση ζωγραφικής. Από τι φτιάχτηκαν αυτοί οι λεκέδες που δεν φεύγουν με τίποτα; Κι οι πανταχού παρούσες μαύρες κηλίδες πώς έγιναν;

Πλατεία Δασκαλογιάννη:







Πλατεία Ελευθερίας:








*

009: Ματιές στη γονιδιακή δεξαμενή.

Από τα ανίψια μου.



Η δεσποινίς Σαγκάη αριστερά, η δεσποινις Οξφόρδη δεξιά.

*
010: Η ζωή συνεχίζεται.






*


011: Τι σημαίνουν όλα αυτά;


Δεν ξέρω. Όλα όμως έχουν χαραχτεί στην πέτρα. Και κάτω-κάτω χαραγμένοι οι ασαφείς στίχοι:
Όντε δεις και χασμουριούμαι
Για νυστάζω, για βαριούμαι
Για πεινώ, για κατουργιούμαι.



[Όντε = Όταν,
για… για… = είτε… είτε…]

Ιωάννη Κονδυλάκη, Ανέκδοτα Λαογραφικά Κρήτης, επιμέλεια Θεοχάρη Δετοράκη, Πινακοθήκη Βιάννου, 2009 – σ.64

*

1)Όλες οι φωτογραφίες με το κινητούλι μου.

2)Είναι απίστευτο το ότι έχεις σήμερα τη δυνατότητα να κουβαλήσεις μαζί σου το δεκαπεντάτομο λεξικό Δημητράκου, σε ένα φλασάκι, και να λύνεις τις απορίες σου σε χρόνο μηδέν.

3)Ευχαριστώ τον τύπο ή την τύπισσα που είχε την ευγενή καλοσύνη να ανεβάσει το λεξικό σε κάποιο σέρβερ.

*