Ενας διαδεδομένος αστικός μύθος της σωστής εκπαίδευσης( δεν υπάρχει εκλογή κειμένων με πιό απαίσια ψέμματα) θέλει τους Σπαρτιάτες να χορεύουν κατά ηλικίες. Πρώτα οι γέροντες που άδουν ότι υπήρξαν ανδρείοι και του υπερπέρατος. Μετά οι πλήρους προδιαγραφής που καυχιόταν πως είναι ο καιρός τους σήμερα, κι άν θες να μάθεις ρώτα και τέλος οι μικροί που έλεγαν ότι στο μέλλον θα γίνουν καλύτεροι απ΄όλους.Κύρου παιδεία, Λακεδαιμονίων παιδεία,αειπαιδεία.Η τέχνη των δειλών. Η τεχνική του φοβίτσα.
2
Η ιστορία των παιδιών, είναι πιό θλιβερή κι από την ιστορία των αιχμαλώτων, των γυναικών, των δούλων, των ασθενών, των φυλακισμένων και των φαντάρων μαζί.Ακόμα πιό θλιβερή(άν είναι δυνατόν) κι από την ιστορία των ανδρών και μάλιστα των νικητών ανδρών.
3
Η μόνη ιστορία που παραμένει ευώδης, ροδώδης και αχείμαστη, είναι η ιστορία των κλανιάρηδων.Αυτοί, ποτέ δεν έπαθαν το παραμικρό. Αν μάλιστα έκλαναν και μέντες, δηλαδή δεν ανιχνεύονταν εύκολα η δειλία τους, τότε έχετε μιά ολόκληρη προσωπογραφία, ένα εικονοστάσι ηγετών, ταγών, ιθυνόντων, από καθέδρας, πνευματικών όντων, εκ γενετής συνταξιούχων.
4
Τα παιδιά έτρωγαν λιγότερο από όλους σε μιά φαμίλια.Το βασικό φαγητό πηγαινε σε αυτόν που το έφερνε.Οι υπόλοιποι, όπως μπορούσαν.Γνώρισα τέτοιες φαμίλιες. Εξέπνευσαν στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια,αμφιβάλω άν υπήρχαν δείγματά τους στην δεκαετία του 60.Δείγματα όχι, αλλα όποιος διάβασε το «Χωρίς οικογένεια» του Έκτορος Μαλό και δεν έχει μιά λυσσασμένη διάθεση να φάει πατάτες,έχει μάλλον πεθάνει και δεν το ξέρει.
5
Μαζί με το τέλος του πολέμου, έγινε γνωστός ένας δόκτωρ Σποκ. Αυτός μιλούσε γιά πνεύμα διαλόγου και ανοχής των γονιών με τα παιδιά τους. Χωρίς ζωστήρα, με δικαιώματα (εκ των πρώτων, το δικαίωμα ενός δικού τους κόσμου).Οι εργαζόμενοι γονείς τσίμπησαν.
6.
Μαζί με τον δόκτορα Σποκ, ήρθε η αναγνώριση των πιτσιρικάδων των ΗΠΑ ως καταναλωτών και μάλιστα σημαντικών,στην ψυχαγωγία, στα κόμικς, στις ταινίες, στην μουσική βιομηχανία, σε συγκεκριμένα ρούχα και εξαρτήματα. Η διάδοση του φαινομένου δεν ήταν τόσο γεωγραφική η πολιτική, όσο οριζόντια και ανθρωπολογική.Με δυό λόγια, η διείσδυση των «αγαπημένων πραγμάτων» έγινε μέσω φυλών και όχι μέσω κοινωνικών αναγωγών.
7
Ξεκίνησαν ιδιοσύστατες αξίες που έπρεπε να έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.Δεν ήταν θέμα νουθεσίας. Οι ταινίες και οι cult εκφράσεις μιάς «καταραμένης γενιάς» μπορεί να κατέληγαν (στα πρώτα δέκα, δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του πολέμου) σε ηθικοπλαστικές μαλακίες, αλλά γρήγορα απαλλάχτηκαν κι από αυτό.Στα μέσα του 60 εμφανίστηκε η πρώτη ταινία όπου «οι κακοί» την γλυτώνουν μετ΄επαίνων.
8
Οι πραγματικοί κακοί στα στερεότυπα των γενεών μετά το ρόκ,ήταν οι γονείς(οι «γέροι»), οι αστυνομικοί(«οι μπάτσοι») οι στρατιωτικοί(τα «βλίτα», οι «καραβανάδες») οι μαμάκηδες (όχι όλοι, αλλά τα κακομάθημένα πλουσιόπαιδα-ό έρωτας του απόβλητου ήρωα προς την ηρωίδα μάνα του παρέμενε πεισματικά ενεργός). Και κάθε λογής βολεμένοι, που αργότερα ονομάστηκαν «κατεστημένο».
9
Ηταν η πιό οργανωμένη, έξυπνη και αποδοτική επιχείρηση που έγινε ποτέ, άν εξαιρεθεί αργότερα το διαδίκτυο.
10
Στόχος ήταν ένας: η δημιουργία μιάς βαρύτατα καταθλιπτικής κοινωνίας.Η κατάθλιψη, έχει μιά ενδιαφέρουσα καταναλωτική πλευρά. Ο καταθλιπτικός αδειάζει ευκολότερα γεμάτα ψυγεία, γίνεται βουλιμικός και ανορεξικός μαζί, πληρώνει τόσο το χάμπουργκερ όσο και τον διαιτολόγο, με την ίδια ζέση.Ο καταθλιπτικός ερωτεύεται τα πρότυπα που τον βασανίζουν. Ωσπου να γίνουμε όλοι καταθλιπτικοί, υπήρχε μιά «γλύστρα ιεραρχιών», μιά προσαρμογή. Στις ταινίες λόγου χάρη, μιά γυναίκα που τον έπαιρνε ανύπαντρη, χωρισμένη, ή και παντρεμένη με άλλον, δεν υπήρχε περίπτωση να μη σκοτωθεί ή να μη φυλακιστεί. Αργότερα, χάνονταν από ταινίες καταστροφής ή ανάλογες συμφορές, μόνον εκείνες που έκαναν πίπες σε οικογενειάρχες.Σε κάθε «απαλλαγή» από την τιμωρία επί της οθόνης, εκατομμύρια νέων καταθλιπτικών θεατών ,έμπαινε στον κατάλογο. Ηταν στο καθαρτήριο.
11
Δεν προσθέτω στις περιπτώσεις αυτές, ζητήματα φεμινισμού, αντιπολεμικού κλίματος, ειρηνιστών, καριέρας, πολέμου δύο κόσμων, πολέμου τριών κόσμων,κινήματος των αδεσμεύτων, και τα λοιπά και τα λοιπά.
12
Αυτή η εκπληκτική επιχείρηση, είχε παράπλευρες απώλειες: δημιουργούσε περιπτώσεις εξαιρετικά αγνών χαρακτήρων, που λάτρευαν αυτό που βίωναν, χωρίς μήτε μιά στιγμή να είναι μέσα στο παιχνίδι. Χωρίς να γλυστράνε σε καμία κατανάλωση. Απεναντίας, διέθεταν και μηχανισμό ανίχνευσης και καταγγελίας «των κάλπηδων».Ενώ το πόπολο ακολουθούσε τις μόδες παθητικά, αυτοί κατάφερναν και κολλούσαν μετά λόγου γνώσεως σε μία μόδα, κρατώντας τα ουσιώδη φιλοσοφικά της χαρακτηριστικά.
13
Γι΄αυτούς, μία απάντηση υπήρχε από το σύστημα: ήταν οι κολλημένοι. Οι γραφικοί. Τους έπρεπε καταισχύνη και φτύσιμο. Αν μάλιστα τους έβγαζαν στον αέρα της δημοσιότητας, δέκα και είκοσι χρόνια μετά την πρώτη λάμψη τους, η αδυναμία τους να γίνουν κατανοητοί από την επόμενη γενιά (οι κώδικές τους διέφεραν) την είχαν βαμμένη από χέρι.
14.
Αυτά, όλα αυτά στην επιφάνεια. Επειδή το βάθος, περιέχει αναγκαστικά, χημεία.
15
Η εφηβική χημεία, δηλαδή η μεταξύ άλλων ολοήμερη παραγωγή ορμονών που οδηγούν σε έναν εξελικτικό γενετήσιο βίο,προκαλεί πολύ γνωστά συμπτώματα, που έχω βαρεθεί να διαβάζω επί δεκαετίες τις περιγραφές τους.Γι΄αυτό και αντί περιγραφών, εκθέτω την περίπτωση Κτενίδη. Προσωπική.
16.
Κτενίδης ήταν μαθηματικός στο Γυμνάσιο Γιαννιτσών, αυστηρότατος, είρων,σκοτεινός, ευρυμαθής, που προκαλούσε απόγνωση στους μαθητές του.Έσερνε τη φωνή του,που ήταν βραχνή.Ο Φάνης έπαιζε με μπάλα σε διάλλειμα.Ο Κτενίδης του λέει «μέσα!». Ο Φάνης σημαδεύει ένα τζάμι και το κάνει κομμάτια. Με την μπάλα. Ενώπιον του «τυράννου». Ο Φάνης είχε σκάσει.Δεν τον ενδιέφερε η αποβολή ή το να γίνει προσωρινός ήρωας.
17
Την ίδια μέρα, του 1962, γράφαμε έκθεση.Και ανακαλύπτω ότι σε μιά φράση, άσχετη, γράφω : το γυμνάσιό μας, το ετοιμόρρρρροπον, σημειώστε. Έτσι μιλούσε ο Κτενίδης. Το ήξερε ο κόσμος όλος.Σατιρίζοντας δημοσίως τον τρόπο που έσερνε το ρώ σε μιά έκθεση,ήθελα απλώς να δηλώσω πόσο με έσκαζε η συμπεριφορά του. Κι άς μου είχε φέρει, σε μιά επίσκεψη κατ΄οίκον,ως οικογενειακος φίλος,την γεωμετρία του Μπαρμπαστάθη, ένα φίνο, ακατάληπτο βιβλίο, που ουδέποτε κατάφερα να λύσω την παραμικρή άσκηση.
18
Οι ορμόνες του δέντρου της αγανάκτησης (όλοι είναι σκάρτοι, δεν ξέρω τι θέλω, και καλά κάνω, δεν βοηθάτε, είστε πουσταριά,είμαι μόνος, είμαι εγώ,δεν καταλαβαίνετε το εγώ μου,την αγαπώ αλλά η προδοσία βρίσκεται πάνω από τον σβέρκο μου) δεν κρατάνε πολλούς μήνες την μονοκρατορία τους. Και βέβαια, ο έφηβος αλλάζει και σκονίζεται όχι επειδή φταίει η ρημάδα η κοινωνία, οι πάντοτε γελοίοι γονείς και οι μπάτσοι που πουλάνε την ηρωίνη.Η κάθοδος του αγνού ορμονικώς εφήβου προς την προσωπική κόλαση του τέως αγωνιστή που ξεπουλιέται ο κάλπης, ξεκινά όταν οι πόθοι του φαίνεται να μπορούν να εκπληρωθούν έναντι άυλων ανταλλαγμάτων.
19
Ο δεκαεξάρης καταστρέφεται από την αποδοχή των αιτημάτων του, όχι από την άρνησή τους.Κανένα σύστημα δεν μπορεί να καταστρέψει την εσωτερική επανάσταση.Το μπορεί όμως η τέλεια γκόμενα που λέει στον επαναστάτη,κάνε μιά βόλτα, δεν έχω ετοιμαστεί ακόμη, δεν χτενίστηκα.Διότι οι ορμόνες δεν παράγονται γιά να προκαλέσουν επανάσταση, αλλά συστημικούς, οργασμικούς γάμους. Ομό και ετερό.
20
Ποιός πληρώνει τον βαρκάρη; Μία ανύπαρκτη ενότητα, που την λέμε γονείς. Στην ουσία, οι γονείς δεν συμφιλιώνονται ποτέ με την πεποίθηση ότι και τα παιδιά του διπλανού δικαιούνται παιδεία, υγεία, λαμπερό μυαλό, εύχυμο σάρκα.
21
Και κάτι άλλο, ουσιώδες: αυτά που ιστορώ, δεν είναι «γενικά». Δεν έχουν στόχο την δημιουργία μιάς πεποίθησης. Είναι η σούμμα που κατάφερα να φτιάξω από παρατήρηση, βιωματική, συγκεκριμένων γενεών.Δεν έχω ιδέα τι γινόταν με τις προηγούμενες, ή τι θα ακολουθήσει αργότερα. Έζησα φυλές και γενιές.Την πρώτη μεταπολεμική(1946-1953) την δεύτερη( 1953-1960) και λοιπά, έως και την εσχάτη ,του 2002-2009.Ολες μαζί, είναι δέκα.Δεν έχω ιδέα γιατί τις χώρισα ανά επταετία.Αυτές ξέρω, αυτές μολογάω.
22
Ανάμεσα σε αυτές τις γενιές και τις φυλές, υπάρχουν διαφορές και ομοιότητες. Η βασική διαφορά: αξιοθαύμαστη εξέλιξη στην αντίληψη,αξιοθρήνητη εξέλιξη στην αντοχή των υλικών της,στην επιλογή προτύπων. Παράδειγμα: άν κάποιος γονιός φυλής της δεύτερης γενιάς καυχιόταν γιά τον Τίνο Ρόσι, τον περίμενε όλεθρος.Αν κάποιος γονιός φυλής της όγδοης γενιάς καυχηθεί γιά τον Μπόλαν, τον περιμένει αγνό ενδιαφέρον: να τον ακούσουμε βρε παπάκο,γιατί όχι.
23
Κείμενο με κατακλείδα, και μάλιστα ωραία, είναι η μαγκιά του συγγραφέα και ο τάφος της συζήτησης. Δεν έχει κατακλείδα. Κείμενο ορφανό είναι, γιά σχολιασμό.Αυτό, γιά τους άμαθους, σημαίνει ότι έχω κρατήσει τα καλύτερα επιχειρήματα εκτός βασικού κειμένου. Γιά την κουβέντα.