Mιά πίσημον ημέρα εκινήθη διάλογος μεταξύ της Αληθείας και του Μπζεφταρά. Αγνή ήτον η Αλήθεια, ορθώς στρουμπούλω, μαγνάτη μανοηλάτη,μπουτού τε και ντουντού.Ο Μπζεφταράς ο κάλπης ο αρχίδης,έντον ζαράκιας, λεπρίτης, κόγκαβλος, καυλογκαζίκουλας. Είπον δε τα κάτωθι.
Αλήθεια: Σε χαιρετώ, έρμε και τρισέρμε, δεινοπαθούντα μπζευταρά ή μάλλον ψεύστη και χέστη και ψευδάργυρε. Λυπούμαι και ανιώ γιά την κατάντιαν σου, σαλέμπορα.Τινος εργαλείων και μεθόδων χρείαν έχεις ίνα λευτερωθείς,σαχλέ και ενωθείς με το ιδικόν μου σύστημα; Διότι, παρά το εσώτερον και κρύφιον των παθών σου τετηκός γλεύκος,διατηρείς μη ελεεινήν πρόσοψιν και είδος.
Μπζεφταράς:Γαμού και εκμανή κατάστησον την οσιότητά σου, λαμπίρω και κουνίστρα και λαγνοκώλος βάρβαρη.Την επιφάνειαν εκπροσωπώ ,παλαιοπουτάνα, την εύθρυπτον παρηγορίαν των θνητών,παλουκοπήδω. Εσύ απεναντίας είσαι Η Αλήθεια ήτοι αναίσθητος γιγαντικός πάγος, μαλάκω. Ακόμη και άν σου έξυναν το αιδοίον με σιδερόβουρτζαν, πάλε απαθής θα παρέδιδες την παρθενίαν, βλακίστρα.Χάσου ή χάσον με.
Αλήθεια: εκ των δαιμόνων εσέ προτιμώ. Ησαι ευγενούς προαιρέσεως, και λιπώδους χαρακτήρος-των ανδρών αι συνήθεις αδολεσχίαι,κουρκουτόμυαλον.Δέχου, φαφλατά, ότι της λεπτής επιφάνειας των πραγμάτων ,της πρέπει ζήλος και υμήν και λεπταί ,αβραί χειρονομίαι, κουχί τα δικά σου ξηροκούραδα, ανέστιε.
Μπζεφταράς: Ελα μωρή στον χορόν. Ελα, λέω σοι, στον καρδιωγμόν.
Ελα να σε πάρω,
δίχως τον κουμπάρο,
έλα τριμερής μου
και τετραμερής
πηρουνιάς δικής μου
μοίρα ελλιπής.
Αλήθεια:
Τον λεπτόν χειροποίητον βώλον
Εθυμήθην της πάλαι αυλής
Ότε σκόλοπα εξέβαλον όλον
Εκ παρειάς του ευγενούς Λαπαλίς
{δουέττον}
Σάχλα! Μπιχλα!
Των ερώ-
Των τσίχλα!
Το νερό
Τσιρ τσιρ
Το μουσλούκ
Σλουκ σλουκ
Πλην η αγά
Πη μας κοφίνι
Ωσάν σύμπαν
Τος δίνη
Αλήθεια και Μπζεφταράς, εις ήχον πανταπάσι πλάγιον χάνονται όπισθεν των ονειρώξεων του σκηνογράφου.
Ιστορικόν: μόλις το ωσάνω κείμενο δραπέτευσεν της οχείας μου, πήγα να το κρεμάσω ,οπότε είδα πρόσφατη ανάρτηση του Χοιροβόσκη, ντράπηκα,και τό΄βαλα ως σχολιον. Ταις προάλλαις και πρό του Σαραοσικού Θανάτου,ο Χοιροβοσκός είχε εξαλείψει τηνανάρτησή του.Στο τελέφωνο επέμενε ότι το Λιμπρέτο έπρεπε να καταλήγει ότι Αλήθεια και Μπζεφταράς αναρτώνται εις τους ουρανούς χέρι-χέρι.
Του έδωκα δίκιο, αλλά άντε να εξάψεις αποθαμένη ποιητικήν ιδέα.Δι΄ο και ενωτίσθην τον Θάνατον του Σαραόση,έψαχνα στον Γούγλη να εύρω κρεμασμένους εραστες,ώστε όλα τα προαπαιτούμενα να ικανοποιηθούν.Δεν είναι μόνον το χεράκι-χεράκι, Χοιροβοσκώτατε. Είναι και η λέξη ανάρτηση ,η λέξη Θάνατος και η λέξη του έρωτος(η και θρηνομαλακία)που εξαιτούν και αυτές επαρκή αντιπροσώπευση, κάτι ωσάν την μοριοδότηση ιθαγενών, ή γυναικών της πολιτικής ιερωσύνης.Η φωτογραφία του Μουσολίνι και της Κλάρα Πετάτσι, που όταν την πρωτοείδα, κατάλαβα τι εστί υποκρισία της νίκης(μετά την εκτέλεση και το λιντσάρισμα,γιά τις σκηνοθετικές ανάγκες της ανάρτησης,ά, εκείνο το συμμάζεμα της φούστας ανάμεσα στους μηρούς, ώστε το κράτος να παραμείνει ορθώς θρησκόληπτον...) δεν έχει καμία σχέση με το κείμενο, αλλά ευκαιρία να σας δείξω, ιναμή αγοράζετε από τα λογοτεχνικά κοφίνια ό,τι σας πουλάνε) πως γιά να τρέξει ο μύθος αβίαστα από το μουσλούκι του, πρέπει κάποιος να στάξει αίμα στο δοχείο,όπως έκαναν παλιά γιά το κρασί.