*
Εκτός από τη λαογραφία μου αρέσει η αντιγραφή. Είμαι ευτυχής που έμαθα τυφλό σύστημα πληκτρολόγησης (από ένα σιντι-ρομ που μοίραζε ο ΔΟΛ, δεν θυμάμαι με ποιο έντυπο μαζί) γιατί με βοηθάει να αντιγράφω ευκολότερα ό,τι δεν μπορώ να κάνω κοπιπέιστ.
Έφτιαξα μια μικρή ανθολογία με αποσπάσματα που έχουν θέμα τη γλώσσα (με την ευρεία έννοια) από τα Collectanea του Ζήσιμου Λορεντζάτου. Τα αποσπάσματα δεν συνοδεύονται ηθελημένα από ημερομηνία (δεν το ήθελε ο Λορεντζάτος) οπότε πήρα το θάρρος (δώσε θάρρος στο χωριάτη) και τα ανακάτεψα κιόλας.
Όσο τα αντέγραφα λοιπόν (μου πήρε λίγο χρόνο) την είχα καταβρεί. Τα έχουν γράψει κι άλλοι αυτά. Ίσως μερικοί να πουν ότι πνέει ένας αέρας παλιομοδίτικος, ένας αέρας κοινοτοπίας αλλά... Τέλος πάντων, καιρός είναι να πονέσει κι εμένα το χεράκι μου.
*
805
Τους ξέρω καλά (δε μου αρέσει που το λέω) τους ματαιόσπουδους που φουσκώνουν, όπως οι διάνοι, από την επισημότητά τους και παραμονεύουν στη γωνία μήπως και τσακώσουν σε ένα καλό γραφτό καμιά λέξη ή καμιά διφορούμενη σημασία, ώστε να την επισημάνουν πρώτοι και, με τον τρόπο αυτό, να υπάρξουν τρομάρα τους! –οι διαφορετικά ανύπαρχτοι αυτοί χρυσοκάνθαροι μικροσκουπιδιαραίοι. Σε ένα καλό πανί προσέχεις την ομορφιά του πανιού και δεν κοιτάς τις παραφασάδες. Πρώτα λες πως είναι το πανί καλό και ύστερα βλέπεις για κανένα ψεγάδι (αν έχει). Ο μικρός άνθρωπος κάνει το αντίθετο.
*
9
Τον τελευταίο καιρό δοκίμασα να ξεδιαλύνω (μπορεί γνωστές από καιρό σε άλλους) μερικές απορίες μου για τη γλώσσα. Αποτέλεσμα της μελέτης αυτής, σημειώνω εδώ τα εξής γενικά:
1. Όλα μέσα στην ιστορία της γλώσσας γίνονται (συμβαίνουν) ασυνείδητα.
2. Η γλώσσα δεν είναι επινόημα του ανθρώπου· όπως δεν είναι και το περπάτημα ή το γέλιο του.
3. Οι κλίσεις είναι κάτι μονιμότερο από τις ρίζες· και πιο χαρακτηριστικό μιας γλώσσας.
4. Καμιά γλώσσα δεν είναι οριστική (συνακόλουθα και καμιά γραμματική)[Αυτό το Collectaneum έχει σχολιαστεί:Ένας από αυτούς που έγραφαν για θέματα τα οποία είχαν πρώτα μελετήσει και χωνέψει καλά ήταν και ο Ζήσιμος Λορεντζάτος (1915-2004). Παρότι δε με έβρισκαν πάντοτε σύμφωνο οι απόψεις και οι αναλύσεις του, ακόμα κι ως μαθητής μπορούσα να αντιληφθώ ότι ήξερε τι έλεγε και υποψιαζόμουν ότι σπούδαζε πραγματικά το θέμα για το οποίο θα έγραφε, πριν γράψει.
[…]
Η συγκεκριμένη σημείωση αποτελεί απόσταγμα πολλών από όσα διαβάζει κανείς σε οποιοδήποτε άρθρο ή βιβλίο προσπάθει να εκλαϊκεύσει τα ευρήματα και τις ανακαλύψεις των γλωσσικών επιστημών.]
*
868
Κανόνες απαράβατους έχομε μονάχά στις νεκρές γλώσσες. Στις ζωντανές γλώσσες έχομε και εκεί κανόνες, αλλά όχι απαράβατους πάντα, όπως στις νεκρές, γιατί στις ζωντανές γλώσσες δεν υπάρχει πάντα, όσο καιρό είναι ακόμα ζωντανές.
[…]
[Τ]α λέμε και τα γράφομε όλοι μας, με υπέρτατο κανόνα τη γενική χρήση και το παλαιό ρητό: usus norma loquendi. Χρειάζεται, λοιπόν προσοχή –δουλειά δύσκολη- κάθε φορά που αποφαινόμαστε για γλωσσικούς κανόνες, αν μιλάμε για κανόνες απαράβατους πάντα ή όχι και για γλώσσες νεκρές ή ζωντανές.
[Ο Λορεντζάτος έχει το "πάντα" με πλάγια στοιχεία, εγώ το έβαλα με bold.
Usus norma loquendi = Si volet usus, quem penes arbitrium est, et jus, et norma loquendi (Ars poetica του Οράτιου) = αν αυτή είναι η χρήση που αποφασίζει και κανονίζει για τους κανόνες της γλώσσας [Η μετάφραση από το παράρτημα των Collectanea]/ Ο Mark Liberman μεταφράζει την ίδια φράση στα αγγλικά: if it be the will of custom, in the power of whose judgment is the law and the standard of language]
*
987
[…]
[Ο Λορεντζάτος έχει μόλις μεταφράσει μια παράγραφο/εικόνα/μεταφορά από το βιβλίο του Γάλλου γλωσσολόγου J. Vendryes και σχολιάζει:]
Κάθε γλώσσα γραφτή φανερώνει κάποιο σταμάτημα που στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει στη γλώσσα γενικότερα. Καμιά γλώσσα δε σταματάει ποτέ. Απάνω στη γλώσσα τη φυσική βάζομε μια γλώσσα τεχνητή –naturalis και artificialis ονομάζει τις δυο γλώσσες ο Δάντης στο De Vulgari Eloquentia- με τον καιρό οι γλώσσες αυτές, τεχνητή και φυσική, ξεμακραίνουν ολοένα περισσότερο και μια μέρα το γνέμα κόβεται που τις κρατούσε στην αρχή δεμένες μαζί. Κοντά στα άλλα, από την εικόνα του J. Vendryes μαθαίνομαι πώς, χρησιμοποιώντας στη ζωντανή γραφή μας (τάχα για να την πλουτίσομε) τύπους συχνά σπάνιους από παλαιότερες εποχές μιας γλώσσας, θυσιάζομε στο δαίμονα της εκζήτησης και πέφτομε στη μοιραία για τη γλώσσα μας (αλλά και για τη φρόνησή μας, υπηρετούν φρονήσει) αντίφαση: νεκροστολίζουμε τη ζωή. Αυτό πρέπει να το αποφεύγομε. Γενικά, για να παρακολουθήσομε την εικόνα σωστά, πρέπει να παραδεχτούμε πως και τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία, όσα την απαρτίζουν, ανήκουν όλα στον ίδιο αφεύγατο κύκλο της ζωής (και του θανάτου) που τα περιέχει […] Είτε μας αρέσει το ένα είτε δε μας αρέσει το άλλο, από όλα αυτά μαζί, τα θετικά και τα αρνητικά, χρειάζεται όλα αυτά μαζί –αναγκαία κακά ή καλά- να τα αντιμετωπίζομε, για να λαβαίνομε την αποδοτικότερη στάση απέναντί τους ανάλογα με την κάθε περίσταση την ξεχωριστή. […]
[το δε λόγων νάμα έξω ρέον και υπηρετούν φρονήσει κάλλιστον και άριστον πάντων ναμάτων = ενώ το ρεύμα των λόγων που ρέει προς τα έξω και τίθεται στην υπηρεσία της φρόνησης είναι η ωραιότερη και η τελειότερη πηγή που μπορεί κανείς να φανταστεί - Πλάτωνα, Τιμαίος, μετάφραση Βασίλη Κάλφα
De vulgari eloquentia = Η ευγλωττία της κοινής γλώσσας -- ο σύνδεσμος παραπέμπει σε κείμενο του Γ. Κοροπούλη (;)]
*
815
Τους αντάμωσα πολλές φορές στη ζωή μου τους ανθρώπους αυτούς (Αλεξάντρεια), που θα σου πουν πότε πρέπει να βάζεις διαλυτικά ή πότε δεν πρέπει να βάζεις στην κάθε λέξη και άλλα δεύτερα ζητήματα τέτοιας λογής, σε σημείο που σήμερα που κουράστηκα πια να τα μαθαίνω ή να κρατάω λιγότερο ή περισσότερο πιστά τούτα όλα του επίσημου γραψίματος τα τερτίπια –θα ήθελα να γύριζα πίσω εκεί από όπου ξεκίνησε κάποτε ο Μακρυγάννης, όταν κυριολεκτικά ζωγράφιζε τα γράμματα απάνω στο χαρτί για να φτιάξει τις λέξεις, καθαρά τα ζωγράφιζε, κάνοντας εκείνο «το γράψιμο το απελέκητο», καταπώς το χαραχτηρίζει ο ίδιος, μακριά από τους σεβαστούς κανόνες ή τους σοφολογιότατους του Σολωμού (ενός άλλου ανελλήνιστου).
Αλίμονο, φοβάμαι, τώρα για τέτοιο ξαναγεννημό κομμάτι αργά!
*
897
[…]
Στις γλώσσες τις ζωντανές η φωνή δεν πρέπει ποτέ να ακολουθάει τη γραφή. Στις γλώσσες τις ζωντανές η γραφή ακολουθάει πάντα τη φωνή. Φωνή και γραφή στη γλώσσα μοιάζουν όπως η ζωή και ο θάνατος. Και ο θάνατος ακολουθάει πάντα τη ζωή, ποτέ η ζωή δεν ακολουθάει το θάνατο. Αυτή είναι η φυσική σειρά. Εμείς είναι που γυρεύομε να κάνομε πράματα αφύσικα ή αντικανονικά. Όσο για τη γλώσσα, εκείνη απομένει στη θέση της. Και περιμένει. Αλάθευτα, το πλήρωμα του χρόνου έρχεται κάποτε. Και τι δεν τράβηξε μερικές φορές, του λιναριού τα πάθη τράβηξε, η γλώσσα στα χέρια μας ή μάλλον στα μυαλά μας. Από τους ξένους δεν κινδύνεψε. Μπολιάστηκε, ζωογονήθηκε, πλουτίστηκε από τις επαφές, είτε στον πόλεμο είτε στην ειρήνη:
[…]
Μπορεί κάποτε να πάψουν να γράφουν οι Έλληνες (και όπως γράφουν τώρα καλύτερα να πάψουν), αλλά δε θα πάψουν ποτέ να μιλάνε. Η συνέχεια της ελληνικής φωνής δεν θα κοπεί ποτέ. Και τη φωνή αυτή θα ακολουθήση μια μέρα η γραφή. […]
*
839
Μπορεί να κατέχεις τέλεια τις δυο νεκρές γλώσσες, αρχαία ελληνικά και λατινικά, αλλά να μην είσαι άνθρωπος. Το λέω αυτό επειδή, δεν ξέρω αλλού τι γίνεται, στην Ελλάδα όμως –ιδιαίτερα με τους πανεπιστημιακούς καθηγητάδες- μας ξεγέλασαν με το τροπάριο αυτό κάποιου ξέχωρου σεβασμού ή και δέους ακόμα, που πάντα καλλιεργήθηκε στον τόπο, μπροστά στην ελληνομάθεια ή στη λατινομάθεια, αναφορικά με ανθρώπους κοινότατους, ανθρώπους μετριότατους, πολλές φορές κακούς, τιποτένιους, μικρούς ή ακόμα και βλάκες. Η αρχαιομάθεια δεν είναι τεκμήριο. Τα μήνιν άειδε δεν κάνουν τον άνθρωπο. Από τα ελληνικά πανεπιστήμια το 19ο και τον 20ο αιώνα πέρασαν διάφοροι μασκαράδες που ξέραν να διαβάζουν τον Όμηρο και το Δημοσθένη ή το Βιργίλιο στο πρωτότυπο. Δε βλέπω με ποιο τρόπο τα αρχαία ελληνικά και λατινικά (ή και τα δυο μαζί) μπορούν να σε κάνουν διαφορετικό άνθρωπο ή σπουδαιότερο από όσο είσαι. Η κουβέντα πως τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά μεταμορφώνουν (τάχα με το περιεχόμενό τους) ή χαρίζουν κάποιο μυθικό κύρος σε όσους τα διαβάζουν ή τα διδάσκουν, αξίζει όσο και η κουβέντα πως όποιος μπαίνει στην εκκλησιά βγαίνει Χριστιανός. Πληρώσαμε ακριβά (μεταφορικά και κυριολεχτικά) και εξακολουθούμε να πληρώνομε πρόσβαρο τιμής στην ελληνομάθεια και στη λατινομάθεια. Να τιμάμε ανεπιφύλαχτα τις αρχαίες γλώσσες, το καταλαβαίνω· να τιμάμε ανεπιφύλαχτα όσους τις διδάσκουν (δίχως να είναι άνθρωποι) δεν το καταλαβαίνω.
[Μήνιν άειδε θεά Πηληϊάδεω 'Αχιλήος [ο πρώτος στίχος της Ιλιάδας] = Μούσα, τραγούδα το θυμό του ξακουστού Αχιλέα]
*
863
[…]
Οι γλώσσες χρειάζονται φροντίδα ακοίμητη. Και η έγνοια ή ακοίμητη φροντίδα για τη γλώσσα μας πρέπει να γίνεται πάντα με γνώμονα τη ρήση του L. Wittgenstein –από τον πρόλογο του Tractatus Logico-philosophicus (1921)- για καθαρότητα μπροστά σε αυτό που μπορεί (από τον άνθρωπο) να ειπωθεί και για σιωπή (και όχι περιττά λόγια) μπροστά στο ανείπωτο, ρήση που συνόψιζε για εκείνον και το νόημα ολάκερου του βιβλίου του:
[Στη συνέχεια ο Λορεντζάτος μεταφέρει τη ρήση του W. στα γερμανικά. Την παραλείπω. Μεταφρασμένη στα Ελληνικά: «Θα μπορούσε να συνοψίσει κανείς όλο το νόημα του βιβλίου στην εξής φράση: Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, γι αυτά πρέπει να σωπαίνει» (Βιέννη, 1918) -από το παράρτημα των Collectanea, όπου παρατίθενται μεταφράσεις ξενόγλωσσων χωρίων]
Το αίτημα για καθαρότητα (σε όσα μπορούν να ειπωθούν γενικά) αποσκοπούσε να σταματήσει τη σκοτεινιά και την ασάφεια ορισμένων φιλοσόφων ή στοχαστών, ενώ το αίτημα για σιωπή (μπροστά στο ανείπωτο) αποσκοπούσε να σταματήσει τη φλυαρία της φιλοσοφικής «σκέψης» και τη φλυαρία tout court (στο γράψιμο).
[tout court = με μια λέξη, εν συντομία.]
*
1132
«Η κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας, που είναι τελικά η καταστροφή της συνέχειας», έλεγε ο συγχωρεμένος ο Καστοριάδης το 1989 στο Βόλο («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» 9 Φεβρ. 1989). Παντού στο σύμπαν υπάρχει συνέχεια, δε θα υπάρχει συνέχεια στη γλώσσα; Μέγας είσαι Κύριε.
Έλεγε ακόμα ο Καστοριάδης πως η κατάργηση των αρχαίων ελληνικών οδηγεί στην κατάργηση της φιλοσοφίας, γιατί δε νοείται φιλοσοφία χωρίς απαρέμφατο. Αυτό μου θυμίζει μια άλλη κουβέντα. Όταν δημοσίεψα το Δοκίμιο Ι το 1947, είχα βάλει κάτω από τον τίτλο ή σαν υπότιτλο «Το εκφράζεσθαι». Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης με είχε ρωτήσει τότε γιατί «Το εκφράζεσθαι»; Του είπα πως αυτό ήθελα να πω και αυτό είπα. «Καλά δεν πειράζει», μου αποκρίθηκε με την ευγένεια εκείνη που τον χαρακτήριζε. Καταλάβαινε πως η σημερινή γλώσσα έβγαινε από τα σπλάχνα της χθεσινής και πως η καταστροφή της (Καστοριάδης) σήμαινε ουσιαστικά την καταστροφή της γλώσσας. Το «καλά» του Τριανταφυλλίδη δαχτυλοδείχνει το δρόμα το σωστό, που είναι πάντα πολυδιάστατος, όχι μονοδιάστατος (ποτέ). Και αναλογίζομαι τώρα, σχετικά με την κατάργηση των αρχαίων ελληνικών από τους δημοτικιστές, αλλά σχετικά και με τη γλωσσική παράκρουση των καθαρευουσιάνων, τα φρόνιμα λόγια του Παπαδιαμάντη τα γραμμένα στην προσωπική γλώσσα του: «Αλλ’ η γλώσσα η Ελληνική έπρεπε να βλέπει μακράν, ως φάρον παμφαή, την λαμπράν αίγλην της αρχαίας, χωρίς να έχη τέρμα τον φάρον αυτόν. Ο φάρος οδηγεί εις τον λιμένα, δεν είναι αυτός ο λιμήν». Τελειώνω κι εγώ μεταφορικά. Νησιώτης καθώς ήταν, ο γέροντας της Σκιάθου, ήξερε καλά από φάρους και από λιμάνια.
*
6 σχόλια:
Άξιος ο κόπος της αντιγραφής σου.
Το 1132 σπουδαίο, διατηρώ τους τόνους και τα πνέυματα σε μια προσπάθεια να δώσω συνέχεια στη ζωή μου διότι μια συνιστώσα, αυτή που συνεισφέρει σε μεγάλο ποσοστό στην συνισταμένη της ζωής μας, είναι και η γλώσσα.
Τους ξέρω καλά (δε μου αρέσει που το λέω) τους ματαιόσπουδους που φουσκώνουν, όπως οι διάνοι, από την επισημότητά τους και παραμονεύουν στη γωνία μήπως και τσακώσουν σε ένα καλό γραφτό καμιά λέξη ή καμιά διφορούμενη σημασία, ώστε να την επισημάνουν πρώτοι και, με τον τρόπο αυτό, να υπάρξουν τρομάρα τους! –οι διαφορετικά ανύπαρχτοι αυτοί χρυσοκάνθαροι μικροσκουπιδιαραίοι. Σε ένα καλό πανί προσέχεις την ομορφιά του πανιού και δεν κοιτάς τις παραφασάδες. Πρώτα λες πως είναι το πανί καλό και ύστερα βλέπεις για κανένα ψεγάδι (αν έχει). Ο μικρός άνθρωπος κάνει το αντίθετο.
Είναι τώρα αυτός χριστιανικός τρόπος;
dsyk, καλά δεν πειράζει :-)
Αθήναιε, ο Λορεντζάτος ανήκει (ψυχικά) στο κλίμα του Φαναρίου οπότε κάποιες παρεκκλίσεις από το δόγμα επιτρέπονται.
τι ωραιο ποστ αγαπητε κουκουζελη.
Ευχαριστώ, εσκέτοε :-)
πολύ καλο
άξιζε ο κοπος να το αντιγραψεις
κριμα που δεν σχολιασες καθε παραγραφό του
καλα τα λεει, και πολυ απλά, ομως αντιρρησεις υπάρχουν.
Δημοσίευση σχολίου