1/4/10
Συνέχεια
Απόψε στα Δώδεκα Ευαγγέλια κι αύριο στον Επιτάφιο ίσως θα θαυμάσετε τη δραματικότητα των ακολουθιών: τη δραματοποίηση του Πάθους. Σταύρωση, Αποκαθήλωση (κι ένας κενός Σταυρός), Εξόδιος Ακολουθία. Θα την αποδώσετε, ίσως, στη βυζαντινή κατάνυξη και μεγαλοπρέπεια, στη συνέχεια του δραματικού στοιχείου μέσα από το βυζαντινό τυπικό. Ίσως πάλι να γνωρίζετε ότι αυτά είναι καινοτομίες μεταβυζαντινές που ίσως ξεκίνησαν από το Αιγαίο (υπό την επιρροή των Φράγκων) και -- όπως λένε τα εγκόλπια -- άργησε να ενσωματώσει στο τυπικό της η Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως.
Οι παραδοσιακές φορεσιές όπως τις ξέρουμε χρονολογούνται στον 19ο αιώνα· υπάρχουν βεβαίως απεικονίσεις εκδοχών του 18ου αλλά είναι πραγματικά αλλόκοτες. Παραδοσιακό έπιπλο πριν το 1774 ουσιαστικά δεν υφίσταται. Τα παραδοσιακά φαγητά μας, η παραδοσιακή κουζίνα, χρονολογούνται στον 19ο αιώνα, με κάποια πιάτα μόνο να εξαιρούνται. Η παραδοσιακή μουσική μας, εκκλησιαστική και μη, δεν είναι παλιότερη από τον 18ο αιώνα, όπως μας υπενθύμιζε ο Μπερεκέτης στα Βουστάσια κι όπως γράφει εδώ o opoudjis. Η δημοτική ποίηση είναι η διασκευασμένη, αποκαθαρμένη και μεταφρασμένη των λογίων του 19ου και του πρώιμου 20ου αιώνα. Ακόμα και το τυπικό των εκκλησιαστικών ακολουθιών και το "έθος" πολλών εκκλησιαστικών πρακτικών είναι πάρα πολύ πιο πρόσφατα απ' ό,τι διαφημίζεται. Η γλώσσα οποιουδήποτε ελληνόφωνου μόλις του 18ου αιώνα (λογιότατου, παπά, χωρικού, ψαρά, αστού κτλ.) θα μας δυσκόλευε ανυπέρβλητα. Στην Κωνσταντινούπολη του 1410 θα τρώγαμε πραγματικά εξωτική κουζίνα. Παρόμοια πράγματα ισχύουν και για την αρχιτεκτονική, τα ήθη, τις αντιλήψεις μας.
Ένας λαός που ακκίζεται ανυπόφορα κι ακαταπαύστως στον ιδεασμό της παράδοσης και της συνέχειας είναι -- τελικά -- τόσο 'καινούργιος' όσο οι Αμερικάνοι ή οι Μεξικάνοι. Η νεοπαγής "μακεδονικότητα" που καγχάζουμε στους γείτονές μας, μας χαρακτηρίζει κι εμάς (αλλά συν 100τόσα χρόνια): οι Έλληνες είμαστε παιδιά του 19ου και του 20ου. Βεβαίως, οι καταβολές μας πάνε πολύ πιο πίσω, αλλά και ποιου δεν πάνε; Ιδίως όσες είναι είτε καρτερικά συντηρημένες (από θεσμούς όπως λ.χ. η Εκκλησία), νεκραναστημένες (π.χ. το "ελληνικό αθλητικό ιδεώδες" ή το θέατρο) ή και επινοημένες (...). Έτσι κι ο μεξικάνος πάει πιο πίσω από την κατάκτηση του Νέου Κόσμου από τους Ισπανούς. Έτσι κι ο μεξικανισμός είναι προϊόν μοναδικής σύνθεσης, αλληλοενσωμάτωσης και δυναμικής αλληλοπεριχώρησης των "tres culturas": της προκολομβιανής, της ισπανικής και της "σύγχρονης". Σημειωτέον ότι εδώ οι Μεξικάνοι μάς ξεπερνούν: μακάρι να αναγνωρίζαμε κι εμείς τον ρόλο της γενιάς του '30 στο ποιοι είμαστε ως εξίσου καθοριστικό με αυτόν της Ορθοδοξίας, της λαϊκής παράδοσης, της οθωμανικής διοίκησης, της Μεσευρώπης κτλ., κτλ.
Ακόμα και το Βυζάντιό "μας" είναι μακρινό, τόσο μακρινό όσο η σλάβα των Σέρβων, τα καφενεία της Βιέννης και οι εκκλησίες των Πρεσβυτεριανών στο Ινβερνές. Η μόνη πραγματική συνέχεια που υπάρχει στον (ευρύτερα) ελλαδικό χώρο είναι η γεωγραφία του, και μάλιστα η γεωγραφία του ελέω αρχαιολογίας, αρχαιογνωσίας και κατεδάφισης τζαμιών, φραγκοκάστελων καθώς και αναβαπτισμού οθωμανικών οχυρώσεων σε "βυζαντινές". Παραφράζοντας τον Πορτοκάλογλου, "κάποιος μας έριξε εδώ" και μας είπε "κατοικήστε αυτόν τον τόπο, είστε Έλληνες". Μας σύναξε σε τουρκοπόλεις όπως η Σαλονίκη, τα Γιάννενα κι η Λάρισα, σε αρβανίτικα κρασοχώρια όπως η "Αθήνα", σε λεβαντίνικα κάστρα όπως το "Ναύπλιο" και το "Ηράκλειο" (η Κάντια, το Κάστρο, ο Χάντακας), σε νέες νεοκλασσικές πόλεις όπως ο Βόλος, η Πάτρα, η Ερμούπολη, η Σπάρτη. Στους προγόνους μας (κατά το ένα τρίτο ξενόφωνους και ντιπ για ντιπ χαμένους) δίδαξαν κι επέβαλαν μια μεικτή αλλά νόμιμη (λέει) λαλιά: μοραΐτικα-επτανησιακά-κρητικά στο μίξερ με μπόλικο αρχαίο από πάνω και τους είπαν "μάθετε ελληνικά-μιλάτε ελληνικά". Είμαστε μια ντεκαφεϊνέ (αλλά πολύ δημοφιλέστερη, αρκετά παλιότερη και πολύ πιο χωνεμένη) εκδοχή των Ισραηλινών.
Νομίζουμε ότι με την αυθεντικότητά μας πείσαμε τους δυτικοευρωπαίους για την ελληνικότητα και τον ελληνισμό μάς αλλά και για το πώς και η ρωμιοσύνη μας και ο 20ος μας αιώνας είναι, κατ' ουσία, ελληνικότητα κι ελληνισμός ελληνικότερα του ελληνισμού τους. Πλανιόμαστε: αυτοί μας έφτιαξαν Έλληνες, αυτοί ξέρουν. Είμαστε παιδιά ενός πρότζεκτ της Ευρώπης, πολύ πετυχημένου αλλά με τα προβλήματά του (τα οποία έφαγε η γενιά του 1922 και η δικιά μας): της αναβίωσης του Ελληνισμού και της Ελλάδας.
Γι' αυτό, τελικά, είμαστε οι πιο Ευρωπαίοι Ευρωπαίοι. Σχεδόν όσο και οι Βέλγοι ή οι (πάλαι) Τσεχοσλοβάκοι: σ' εκείνους έφτιαξαν κράτη, στην περίπτωσή μας έφτιαξαν κι εμάς. Κάπως όπως στο τέλος της "Επαφής" του Καρλ Σέιγκαν, τα δημιουργήματα αναγνωρίζουν την υπογραφή του δημιουργού τους σε κάτι που νόμιζαν φυσικό και άλογο: στα τελευταία ψηφία του πι.
Καλό Πάσχα, Καλή Ανάσταση: δυο μυστήρια άξια λόγου έχει η Χριστιανοσύνη, την Ευχαριστία-Αναίμακτη Θυσία και, πάνω απ' όλα, την υπόσχεση της Ανάστασης των σωμάτων. Χαρείτε τα κι αφήστε τις μεταφυσικές βεβαιότητες για τους φανατικούς.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
11 σχόλια:
"Χαρείτε τα κι αφήστε τις μεταφυσικές βεβαιότητες για τους φανατικούς".
Ευχαριστούμε δάσκαλε.
Μπα σε καλό σου μεγαλοβδομαδιάτικα. :-)
Δίκιο έχεις σ' όλα. Και θα μπορούσε κανείς να προσθέσει το βασικότερο, την ταυτότητα, τη συνισταμένη δηλαδή αυτών των νημάτων, φιλτραρισμένη από την πολιτική βούληση (πολλών, μιας λόγιας μειοψηφίας, μιας άρχουσας τάξης, δευτερεύον ζήτημα αυτό), μια ταυτότητα που επειδή είναι, κυρίως, απόφαση είναι εξ ορισμού μεταβαλλόμενη και ρευστή.
Κι όμως, δεν είναι μόνο ο τόπος. Για μένα θα μπορούσε κανείς να ψηλαφήσει κάτι σαν συνέχεια, χαμηλόφωνη και διακριτική, μια οικεία μυρωδιά που μου επιτρέπει, για παράδειγμα, να διακρίνω διαισθητικά κάποια πράγματα κατά την επαγγελματική μου ενασχόληση με το παρελθόν πιο εύκολα από ξένους συναδέλφους. Μ' εξοργίζει όταν προσπαθούν να μου επιβάλουν την οποιαδήποτε ελληνικότητα ή να με πείσουν για τη Συνέχεια (το βλέπεις το κεφαλαίο στον λόγο τους) με την ανορθολογιστική πίστη ενός νεοπροσήλυτου. Αντιδρώ σχεδόν βίαια σε οποιαδήποτε προσπάθεια ορισμού της "διαχρονικής μας ταυτότητας". Αλλά θα ήμουν ανειλικρινής αν αρνιόμουν την ύπαρξη αυτής της αδιόρατης μυρωδιάς.
Καλό Πάσχα.
@ανώνυμον τέκνον: την ευχή μου, και πρωτίστως του Κυρίου.
@π2: καταλαβαίνω τι λέτε, κάθε τόπος και τρόπος ζωής έχει τη συνέχειά του. Απλώς, όπως το επισημαίνετε κι εσείς, δεν είναι η συνέχεια που επιθυμεί η -- ας πούμε -- ιδεολογία της Συνέχειας.
Η βάση του συλλογισμού σας, ορθότατη. Στα ίδια κατέληξα, επιμένοντας ότι "η παράδοση είναι ένας κυλιόμενος ταινιόδρομος". Δεν με είχε απασχολήσει η αποδεικτική μέθοδος γιά το παρελθόν, όσο η προδιαγραμμένη ατραπός του μέλλοντος: όπως έχει πέσει ωσεί χλαμπάτζα η νοσταλγία των σίξτις, θα έρθει και τα περάσει η αγάπη γιά τα έιτις, γιά τη ντίσκο, γιά τις πολυκατοικίες, γιά τα πάντα. Και μετά , βούβα απέρατος της μαύρης λησμονιάς. Οπως τα roaring twenties. Κι αυτά έκαναν την δική τους καμπύλη Gauss, την δικόρυφη.
Ως προς το παρελθόν, τα τοπία μάλλον πλαισίωναν, ταιριαστά κάθε φορά, την κυριαρχία των εποχιακών στερεοτύπων.Αυτή η συναρμογή, θα με έκανε διστακτικό-δεν ξέρω άν οι τόποι "μιλάνε και δείχνουν το αίμα τους". Η χρήση ελαιολάδου στο φαγητό, είναι σίγουρη από 12ο και εφεξής. Η αίσθηση του γελώντος, απειλητικού πληθους, από τον 6ο και τον 7ο. Η διγλωσσία των λογίων, παμπάλαια.Στην Σιάτιστα και στις δυτικομακεδονικές κωμοπόλεις που είχαν νταραβέρι με την Βιέννη και την Βενετία, η τοιχογραφία του 18ου αιώνα δείχνει ένα ζευγάρι που καζάντησε και αποκάτω, ένα κουιντέτο αξυριστων, νττυμένων με βελάδες, που τους παίζουν με δυτικά όργανα τα γούστα τους. Η ιστορία με τις κυράδες που εκάθηντο οκλαδόν ΕΠΑΝΩ στις καρέκλες τις βιεννέζικες, δεν είναι δική μου εικόνα, αλλα΄των περιηγητών.Τάλε κουάλε με την εποχή μας, με τα κρινολίνα (ήδη πασέ το 1840) που σέρνονταν πάνω στις αθηναϊκές λάσπες. Αναφέρεστε στον μεταβολισμό που υπέστησαν οι απελεύθεροι τέως επαναστάτες, με τους Βαυαρούς. Αλλα γεύσεις, συμπεριφορές κια άλλα, παράταιρα με τον τότε "εκσυγχρονισμό" συνυπάρχουν ακόμη και σήμερα με τους μοντέρνουν καιρούς.Λόγου χάρη, κανένας δεν σκέφτηκε ακόμη να επικολλήσει την αηδία που αισθάνθηκαν οι "ντόπιοι" του 1922 με τους πρόσφυγες από την Θράκη και την Μικρασία.Ντόπιοι που είχαν διασυρθεί από τους Αμπού και τους Φαλμεράιερ ογδόντα χρόνια πριν.
Οπως γράφει και ο Πειδύων,η αιτούμενη "συνέχεια", είναι ένα αίτημα του 1840-50.Εχει αρχή, μέση και τέλος.Μόνο που ακόμη κι άν εκλειψει, κάτι άλλο θα έχουν σοφιστεί οι διανοούμενοι του συστήματος (παλιά ήταν ιστορικοί, σήμερα είναι διαφημιστές) γιά να υπάρξει λόγος επιμήκυνσης κάποιας συνέχειας. Εγώ ξερω ότι αποτελούν αξιοθαύμαστες αποδείξεις αντοχής του "γονιδίου του Γένους"¨η μίρλα, η γκρίνια, η αυτοεξαπάτηση, η αλλαγή επιχειρημάτων δίκην χορευτικής φούρλας, και σε βάθος καιρού, να μη πληγώνεται κανένας επειδή υποστηρίζει το ακαταλόγιστο.
Amen..........
Εσύ Γούφ μη λες αμήν, διότι σήμερα, δέκα το πρωί, αλλού ήπρεπε να ήσουνα, φοβίτσο!
@πετεφρή: έτσι ακριβώς όπως τα λέτε, κι ευχαριστώ για τη συμπλήρωση και τις διορθώσεις.
Βεβαίως, η χρήση ελαιολάδου στο φαγητό, η αίσθηση του γελώντος, απειλητικού πληθους, η διγλωσσία των λογίων, η μίρλα, η γκρίνια, η αυτοεξαπάτηση, η αλλαγή επιχειρημάτων δίκην χορευτικής φούρλας, οι μούτζες και το οκλαδόν -- όπως και άλλες πολλές γεύσεις, συμπεριφορές και όσα συνυπάρχουν με τον 'εκσυγχρονισμό' στους μοντέρνους καιρούς -- δεν είναι αυτά που έχουμε στο νου μας ως συστατικά του μεγάλου αφηγήματος-παραμύθας της Συνέχειας.
Την αηδία που αισθάνθηκαν οι "ντόπιοι" του 1922 με τους πρόσφυγες από τη Μικρασία, που πλένονταν "για να βγάλουν το Άγιον Μύρο που τους βάφτισαν" και που κοιμόντουσαν με νυχτικά γιατί οι γυναίκες τους ήτανε πουτάνες, την αφηγούνταν καταλεπτώς η γιαγιά μου.
@γούφα: Ευλογείτε, δέσποτα.
Ακριβώ, Σαραγόσση. Αυτά τα trivia που ακόμη και ένας αριστερός πανεπιστημιακός μπορεί να διακριβώσει, είναι η βάση γιά να διεισδύει η μεγάλη ΠαραμυθοΣυνέχεια. Βλέπουν μιά ταραχή, ανάλογη με το "ατύχημα Σόροβιτς" του ελληνικού στρατού το 1912, που συνέβη με το "τορνα φράτωρ" του Θεοφύλακτου Σιμοκάτη, τσούπ! η συνέχεια των ηθών, άρα και της Φυλής. Γιά κάτι άλλα στα οποία ομοιάζουν οι γενιές, λχ στον ανθρωπότυπο του Αράτου, που βρυκολακιάζει σε κάθε βαλκανική χώρα, ή στην φανερή και εμετική δουλοπρέπεια υπέρ των ισχυρων από τα χρόνια του Μαργίτη, δεν ακούμε κιχ ή καλύτερα, το ακούμε ως επείσακτη απαξία από τα χρόνια της Ρώμης. Ολόκληρη η χώρα, κινείται υπό τα vibes της "λήψης εκ του ζητουμένου". Σε ρωτώ λοιπόν, γιατί αυτή η ρημάδα η αρχή δεν διδάσκεται 13 φορές εντατικά, από το νηπιαγωγείο, προς γνώσιν και συμμόρφωσιν; διότι (σου απαντώ) με άλλο όνομα, η λήψις εκ του ζητουμένου ,είναι η μονότονη αυτο-εξίσωση "έχουμε δίκιο διότι άν δεν είχαμε δίκιο θα είχαμε άδικο, πράγμα αναπόδεικτον, διότι εμείς εφηύραμε τον διάλογον και τους συλλογισμούς, άρα χέσατέ μας,αρνησιπάτριδες".
Αν και μου άρεσε το "είμαστε ένα πρότζεκτ.." πάντα απορούσα για το πώς στην ευχή γίνεται και οι κάτοικοι δωρικών περιοχών δεν συναιρούν, οι αιολικών συγκόπτουν, και οι ιωνικών μιλούνε στρογγυλά.
Μην πάμε στο άλλο άκρο. Έτσι κι αλλιώς χρεωμένοι....
"οι κάτοικοι δωρικών περιοχών δεν συναιρούν, οι αιολικών συγκόπτουν, και οι ιωνικών μιλούνε στρογγυλά."
Αν και δημοφιλής, δεν είναι ορθός αυτός ο συσχετισμός. ΆΛλωστε, γιατί να "συγκόπτουν" οι επίγονοι των Αιολέων;
Το είπα πολύ βιαστικά, έτσι που να μοιάζει με "απευθείας συνέχεια". Το εννούσα όμως ως τάσεις ευρείων ομάδων.
Πολύ περιληπτικά, η αποβολή υψηλών φωνηέντων, (Θεσσαλικές περιοχές - Λέσβο, Λήμνο,Θάσο, επεκτεινόμενο στις βόρειες περιοχές) που μάλλον οριστικοποιείται στο μεσαίωνα, με πιθανό σημείο εκκίνησης πολύ αρχαιότερο, είναι κάτι που συμβαίνει παράλληλα σε "αιολικές περιοχές", χωρίς να συμβαίνει σε περιοχές ιωνικές (πχ Μικρασία, Χίο) ή δωρικές (Μωρηά).
Εν πάση περιπτώσει το θέμα της συνέχειας της γλώσσας όσο πιο ήπια μπορεί να εννοηθεί, δεν νομίζω ότι δεν υφίσταται. Και η συνέχεια αυτή είναι μια διαπάλη μεταξύ λαϊκού και λογίου. Κι αν οι λόγιοι συντηρούσαν ή άλλοτε παραληρούσαν δεν παύουν να είναι μέρος της κοινωνίας μας και δεν ήσαν όλοι δυτικόφρονες, μάλλον αρχαιότεροι είναι οι "ανατολικόφρονες" λόγιοι, οι περί το Παλάτιον και το Πατριαρχείον. Εγώ, ουσιαστικά, σου προτείνω να αναθεωρήσεις το ζήτημα του "δυτικού πρότζεκτ" διότι το "ανατολικό" έχει προηγηθεί, έχοντας ξεκινήσει -το αργότερο που μπορώ να πω- από την εποχή του Πλήθωνα. Μπορεί να απορρίφθηκε και να πολεμήθηκε, αλλά είχε υπάρξει προ της Γαλλικής Επαναστάσεως και προ των Ρομαντικών.
Πολύ εκτενή θέματα βρε παιδί μου, πώς το μπλέξαμε έτσι;
Δημοσίευση σχολίου