31/8/09

Το διήγημα κοσάρας όζει

Μια μέρα πάντρεψα.Ανοιξη του 1966. Υπήρχε στην ποντιακή μου οικογένεια της Αγροσυκιάς μιά σπαστή υποχρέωση κάποιος από το σόι μας να παντρέψει τέκνον μιάς άλλης οικογένειας, φιλικής λόγω συστημικής αγχιστείας. Η διαπραγμάτευση δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί, επειδή ο πατέρας μου ήταν τότε στα 57 και τον θεωρούσαν πάππο, άρα ακατάλληλο γιά κουμπαριές.Η μάνα μου δεν ήταν Ποντία, επομένως η κουμπαριά μαζί της ήταν λειψανάβατη,έως και εχθρική. Απόμενε ο πρεσβύτερος υιός, ο γιός του Φέντια, me, myself and I. Δεν αντιστάθηκα πολύ, επειδή ήμουν περίεργος να ζήσω την εμπειρία.Κάπως συνδυάστηκε ο γάμος με τις λυκειακές μου υποχρεώσεις (εκδρομή του Πέμπτου στην Ελλάδα και τέτοια) και πήγαμε στο χωριό, να παντρέψω. Αποχαιρέτησα την τέχνη της ποιήσεως, ολοκληρώνοντας το ποίημα Πρόσκληση στον Δημήτρη [Βασιλείου, μετέπειτα Γκέτζ]

Έλα μαζί μου στο καφενείο «Το βρυσάκι»
Εκεί που μιά φωτεινή επιγραφή θυμίζει
Άγγελο μέσα σε νάιτ κλάμπ
Ή κάτι πιό αταίριαστο ακόμη

Ελα μαζί μου στην οδό [....]
Στην οδό Αρτέμιδος και Σόλωνος
Οπουδήποτε έχει χωματόδρομο
Σκόνη, χορτάρι κια ημιφορτηγά

Έλα στα χιλιάδες γιαπιά,
Στις ακίνητες ταμπέλες,στο σπίτι
Του χωροφύλακα που πήρε άδεια των Βαίων
Έλα στα αστικά των άγονων γραμμών

Έλα μαζί μου στο ερείπιο ενός πάρκου
Στο κατοχικό μπετόν και στο καινούργιο φύλλο
Τις νύχτες που ακούγεται χλωμό το ακορντεόν
Και μιά γριούλα σκέφτεται τα μαύρα που φοράει

Ελα μαζί μου[....]
Στην σκοτεινή γωνιά που φιλιέται το ζευγαράκι
Εκεί που η αγάπη μου περνάει το βραδάκι
Εκεί που τα φαντάσματα κινούνε τα εργοστάσια


(όσο θυμάμαι χαίρομαι) και πήγα να παντρέψω . Ημέρα Σάββατο.Πήγαμε με το λεωφορείο Θεσσαλονίκης Γιαννιτσών έως το Μηδέν,από εκεί πήραμε το λεωφορείο του μεσημεριού Γιαννιτσών-Αγροσυκιάς που έφτανε στο Μηδέν στις τέσσερις το μεσημέρι. Φορούσα κοστουμάκι πτι καρό γκριζάκι καλοκαιρινό που είχε αγοραστεί το 1964, καλοκαίρι. Και κραβάτα. Ο γάμος άρχισε με ουζοποσία πρωινή και μουζικάντηδες.Σε λίγο οι μισοί είχαν μεθύσει. Επεφτε χορός συνεχώς και χόρεψα τον ελαφρύν κότσαρη. Μετά άρχισε το τίκ και έβλεπα. Οταν ολοκληρώθηκε το γλέντι του γαμπρού,μπήκαμε σε ένα πουλμαν να πάρωμε την νύφη από τον Γιδά, όπου εκατοικούσε. Στον Γιδά, είχαν φτιάξει ένα Πει από πούλμαν του ΚΤΕΛ ,τρία τον αριθμό και έστρωσαν το τραπέζι στην μέση του Πεί.Τα έθιμα ήθελαν ο λεγόμενος κούμπαρος (όχι κουμπάρος) ενώ η ομήγυρη έτρωγε τσιριχτά, σιρόν και άλλα εύγευστα, να έχει στην απόλυτη κυριότητα και διακατοχή του μιά κοσσάρα, δηλαδή μιά γρηά κότα απ αυτές που έχουν το ζουμί, και ήταν υποχρεωμένος να την φάει ολόκληρη. Αυτό δεν ήταν εμπόδιο γιά κάποιον που έφαγε την άλλη χρονιά το περιεχόμενο από δύο ταβέρνες( χωρίς τα τραπεζοκαθίσματα) αλλα ήταν αβάσταχτος ο τρόπος μαγειρέματος. Η κοσσάρα ήταν βραστή, δηλαδή νερόβραστη και μάλιστα χωρίς αλατοπίπερο. Ανέδιδε μιά ωμίλα του κοττόλιπους, το κρέας ήτο ως να περιείχε ξυλοκυτταρίνη, πράγμα όχι απίθανο. Ενόσω την έτρωγα έπινα και ρετσίνα, ώσπου δεν άνθεξα και ζήτησα χαρτί και μολύβι. Μου έδωκαν ένα χαρτί εσωτερικό από Αρωμα άφιλτρο και έγραπσα, με πλαγίους κομψούς χαρακτήρες μιά συστοιχία διστίχων που άρχιζε «ο γάμος είναι πόλεμος, ο θάνατος ειρήνη/όποιος στον γάμο χαίρεται, στον τάφο του να μείνει». Ναιναιναί. Ετζι. Χόρεπσα και έναν συρτό, καταμεσήμερο, ανάμεσα στα πούλμαν. Μετά πήγαμε εν σώματι στην Αγροσυκιά. Ωσπου να μπούμε στην εκκλησία το ψίκι(=οψίκιον, η γαμπριάτικη σύναξη και πορεία) εμποδίζονταν από δήθεν μέθουες και ήταν ευθύνη του κούμπαρου να τους διώχνει δίδοντάς τους χρήματα. Οπισθεν του κούμπαρου ήντονε οι γονείς μου και έδωσαν τα μισθά των γιά να μπούμε στον Αγιο Αθανάσιο.
Ο γάμος κύλησε ομαλά, επειδή ήξερα το χρονογράφημα του Κονδυλάκη. Μετά, το γλέντι συνεχίστηκε έως αργά το βράδι. Μιά ώρα πρίν λιγοθυμήσουν οι τελευταιοι ,εκάλεσαν τον κούμπαρο να πάγει με τον γαμπρό στον προθάλαμο της παστάδας, ενώ γυναίκες φιληνάδες και συγγένισσες ετοιμαζαν την νύφη γιά τα δέοντα. Μείναμε καμιά ώρα μονάχοι. Ο γαμπρός, κοίταζε το πάτωμα,κι εγώ ολόγυρα. Ηταν αβάσταχτη η μεταξύ μας σιωπή, που την διέκοπτε αραιότατα ο ένας ή ο άλλος, λέγοντας: «ντο φτάς κούμπαρε;» ήτοι «τι κάνεις κουμπάρε;». Η απάντηση ήταν παγία: «ντό να εφτάω», ήτοι «τι να κάμω;» κι άειντε πάλε σιωπή. Επιτέλους τον φώναξαν γιά το καθήκον και εμένα με οδήγησαν στο δωμάτιο του γλεντιού όπου όλοι μου έκαναν ελαφρώς άσεμνα υπονοούμενα, που έμαθα στον κούμπαρο τα τρομερά σέξι κόλπα γιά να γίνει ακαταμάχητος. Εως τότε είχα βέβαια πουτσεύσει έξω έξω ολίγες δεσποινίδες,αλλα δεν είμαι σίγουρος πως εγνώριζα πόσα φύλλα διαθέτει το αιδοίον, και πού ακριβώς βρίσκεται.
Επιστρέψαμε την άλλη μέρα και μάθαμε ότι το ζεύγος χώρισε. Ηταν προσωρινό, αλλα δεν το ήξερα τότε. Κάθησα στο ποιητικόν λογείον και ξεφούρνισα ένα ποίημα, που έγινε δημοφιλές στην παρέα:

Ποίημα

Οι παλιότεροι από μάς ίσως την θυμούνται
Ηταν βάρβαρη κι αγαπούσε τα παλιά
Κατοχικά ρεμπέτικα του Βαμβακάρη
Σφύριζε κουραστικές πεννιές του Χατζιδάκι.

Ομορφη όχι, γεμάτη σπυριά
Γερμανόφιλη κι ορθολογιστική
Αγαπούσε Μυριβήλη και Βενέζη
Η πρώτη εφηβική μας εποχή!

Αργότερα βάφτισα το παιδί του ζευγαριού , τέλος του 1967, και συχνά έβαζα βενζίνη, αμέτρητα χρόνια, στο βενζινάδικο του κούμπαρου που μετά ικανή Γερμανία, είχε γυρίσει στο χωριό, δίπλα σε έναν μύλο που έγραφε «Πνευματικός κυλινδρόμυλος Κ.Θ .Θεοδωρίδη» και ήθελα να χρησιμοποιήσω ως τίτλο της πρώτης ποιητικής μου συλλογής. Πάντα τον ρωτούσα και με ρωτούσε «ντο φτας κούμπαρε», με παγία απάντηση «ντο να εφτάω». Με μόνη διαφορά ότι δεν υπηρχε πάτωμα. Κοίταζε με πάθος την μάνικα της μπετζίνας κι εγώ δήθεν ξεχώριζα λεφτά για το διάφορο του καυσίμου.

18 σχόλια:

χ.ζ. είπε...

τι ωραία!

έμαθα και καινούρια λέξη: πουτσεύω

lemon είπε...

Που πήγε το κουμπάκι "συναρπαστικόν"???

Ροζαλία είπε...

Μου αρέσει πολύ να χορεύω κότσαρη και τικ. Αυτό ήθελα να γράψω.

kukuzelis είπε...

Το βγάλαμε το κουμπάκι αγαπητή lemon.

Sraosha είπε...

Τι ακριβώς σημαίνει 'πουτσεύω' όμως;

Petefris είπε...

Κατ' αναλογίαν,και σύνεγγυς ομοιόθετον του "χαλεύω"=αναζητώ μετά τινος δισταγμού και ηθικής χαλαρότητος. Οθεν "πουτσεύω"=αναζητώ διά της βαλάνου ορθώς τσατισμένης πτυχώσεις δέρματος από ωτίων έως κάτω δακτύλων ίνα υπάρξει αίσθησις ή ψευδαίσθησις επαφής ιμερικού, ποθοπλάνταχτου ή υστερικού χαρακτήρος.
Αντίθετον του "μπατανεύω" (εκ του μπατανά) ήτοι επιχρίω διά του εξακοντιζομένου σπέρματος το εσωτερικόν ενωμένων μηρών ή το άνω τμήμα των λαγονικών χαραδρών, πρώτιστα επί θήλεος που βογγά ψευδέστατα, τάχατες ότι την καταβρίσκει.

Λεό είπε...

Με έναν δε απλό αναγραμματισμό των "τσ" βγαίνει το πουστεύω.

Λεό είπε...

Σα δε ντρεπόμαστε λέω γω! Μπήκαν δυο γυναίκες στο μπλόγκι κι αμέσως να δείξουμε πόσο...

Lemon και Ροζαλία, μας συγχωρείτε κοριτσάρες μου! Βλέπετε καφενείο είναι αυτό...κι εσείς προσέχετε λίγο πού σχολιάζετε...μόλις δείτε τις λέξεις κλειδιά φύγετε. Πάτε σ' άλλο ποστ. Κατά προτίμηση σ΄ ένα του Μπερεκέτη που είναι σεβάσμιος.

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ: Αποφύγετε σθεναρά τον Πέτεφρα.

Sraosha είπε...

Για τον μπαντανά έγραψα τάχα μου εμπεριστατωμένα προ τετραετίας σε έναν μακρινό πρόγονο των Βουστασίων

Dark Angel είπε...

είσαι Μαέστρος Πετεφρή. Οι λέξεις χορεύουν διαβολικά. Όχι κότσαρη τικ ή σέρα αλλά βουντού και στο πιάνο είναι ο Screamin Jay Hawkins.

Ασπασμούς. Σε πεθύμησα.

Γεώργιος Χοιροβοσκός είπε...

Πετεφρωδέστατε,

Σας τσουρνεύω=κλέβω το πουτσεύω και όχι μόνον,διότι.
Κοζί φαν τούτι, όπερ σιγά σιγά πουστεύω,καθότι!

petefris είπε...

@Λεό, μαζί με το ονοματάκι αποκτήσαμε και στυλάκι, βλέπω. Μήπως τα λέγαμε προ ημερών δια ζώσης και σό΄μεινε το αντράλισμα;

@Ντάρκο,άρχοντα των βουντού, πετυχημένε μοναχικέ δακρυσμένε, τώρα που ο Άνεμος τρέχει και δεν φτάνει με τα τζίνια του Συνασπισμού, κι εγώ σ΄αποθύμησα...

@ΧΟιροβόσκη, κλέβε, κλέβε και μετά σφύρα τα κλοπιμαία συο Αγιον Πνεύμα, να δίδει ο Αλλος ταις μεσταίς Παραβολαίς Του και να πέφτει γενική φρίκη στην Καπερναουμ...

petefris είπε...

Συμπαθάτε με, αλλά δεν αντέχω να μη παραθέσω μιά παράγραφο, όπως αυτομεταφράζεται από τον Γούγλη:

The wedding went smoothly because I knew the vignettes of Kondilaki. Then the party continued until late evening. One hour before they ligothymisoun, ekalesan the best man to frost the groom in the antechamber of pastadas and women filinades syngenisses and preparing the bride's appropriate. We stayed an hour Munich. The groom, looking to the floor, and me around. It was unbearable silence between us, that the sparseness stop one or the other, saying: «do ftas Piggy;» ie «what are you doing best man;». The answer was settled: «Do to seven», ie «what to KAMOMATA;» aeinte Pale and silence. Finally shouted for the task and led me to the room where all the fun I have somewhat obscene connotations, I learned the best man the terrible sexy tricks to become irresistible. Until then, I course poutsefsei out out a few misses, but I'm sure you knew how many cards available in the vagina, and exact location.

Ακριβώς: "ντό φτάς Πίγκυ"; "ΝΤΟΎ ΤΟΥ΄ΣΕΒΕΝ", όπου Σέβεν, το εφτάω... Και το πουτσεύεσθαι ερμηνεύεται πειστικά....

Λεό είπε...

Πετέφρα. Το στυλάκι το είχαμε εξαπανέκαθεν. Τώρα, σεις αν δεν θυμάστε πότε τα λέγαμε, δεν φταίω εγώ.
Σραόσιε, αγορίνα καλή και όμορφη, μπορείς να ανεβάσεις κανένα αστονομικό-αστροφυσικό;

sissa ben dahir είπε...

Μαέστρο, είχα καιρό να σ' επισκευτώ και βλέπω μετά χαράς ότι η πηγή δεν στερεύει. Βγάζει πάντα πράμα που είναι ανακάτεμα μνήμης και στροβιλισμένων λέξεων. Χαίρε.

Βλάχαρος είπε...

"We stayed an hour Munich"

Χμμ... κωδικοποιημένο μήνυμα προς Χριστοφοράκο :)

HELIASTER είπε...

Eπιστρεφσατε δρυμιστερότατος από ποτέ και με καινούργιας έννοιας και συγχρωτισμούς λέξεων υπομπιπλάμενος...Το πουτσεύω θα έπρεπε να συμπεριληφθεί στο λεξικό των πολιτικών επιστημών του σήμερα πρός απεικόνηση των οικονομικών σχεδιασμών και προγραμμάτων της νέας οικονομίας...Είναι ακριβέστατο και χορταστικό...

Ανώνυμος είπε...

"Ελα μαζί μου στην οδό Μσντινείας".
Μαντινείας είναι. ΤΟ θυμήθηκα...

ΠΕΤΕΦΡΟΣ