22/5/10

Κόντρα στην Τσιμισκή

Κατα πρώτον διέθετε εκείνο το κεφάλι
σφηνοειδές, μηδαμινής ογκομετρίας, βάναυσες
στρογγυλαδες, θαρρείς Αλογοσκούφης
σε συνέλευση λογοτεχνών. Απαγορεύω
τις χαριτωμένες εκφράσεις δεν υπάρχει
ακέφαλη γκόμινα, σαχλάκια διότι πληθος  κεφαλών
αλατισμένων και πιπερωμένων πήγνυνται
εν εμποσθοφυλακή σωμάτων, άμον
αβανγκάρντ Γκιουμουσχανλήδων εν Τυφλίδι
παρέα με Ιφιγένειες, Μήδειες και  άμα
λάχει, και Αμαζόντες του Θερμώδοντος.
Είχε στα χείλη θαλασσιά γραμμή
ένδειξη ασφαλής φλεβών με κήλη
κιρσών που έρπουν στο λοφίο των μηνίσκων
και ακεφιάς αιδοίου, διότι προτιμά
στην ηλικία των εικοσιδύο (το πολύ) κουτσομπολιά
με φίλες και ινατί ο Στέφανος έτσι κι αλλοιώς
σε έκδοση των μοδερν τάιμς.
Κάτω χείλος Χαλδικό, επάνω Λαζικό
πτερύγια από τ΄αφτάκια της θαμμένα σε μαλλούπα
αρμενοτσετσενιά δεμένα ιβηρίτικα
άν ήξερα πως δένουν οι γεωργιανοί 
κριθάρι και τους κοτσους και τον μυστικό
κατάδεσμο που τους βοηθά να μη ασελγούν 
σε λάθος εκτοπλάσματα.
Ανεβαίνοντας εκ πλαγίων ,στείρα μάγουλα
(το καλύτερό μου) στεγνά συνιστωσών επιχειρήματα
ενώ μεταξύ ελευθέρων κροτάφων και ματιών
μήτε μισό δάχτυλο παιδιού δέρμα διαθέσιμο.
Ηταν αθλία, πανάσχημη, αμείλικτη και γόησσα
την κοίταξα καθώς αβλέφαρη ποσότητα τενόντων
μόνον ταπεινα, μόνον στα τρία τέταρτα μόνον
κλεφτά, παρότι πρόλαβε σαν τον ασβέστη
να με σβήσει.Δεν θα μιλήσω γιά κανένα από τα μάτια της
(μήτε καν το τρίτο το καλύτερο στην αίγλη του δοξαπατρί)
την αγκυλωτή κορμοστασιά της, το έκπαγλα φρικτό της
γούστο και το κρικάκι στο δεξί του ρουθουνιού πτερύγιο
και μιά κροσσωτή φράντζα που μου ανήκε
έρκος κακόγουστο, αρχολίπαρη διάνοια, κακότητα
στόχων, κι όλο μαζί ικανό
να διώξει μαμούνια, να εκμαιεύσει ποίηση, να βραβεύσει
μαλάκα , να περπατήσει μαζί σου
σπέρνοντας τον ανθρώπινο ιστό της στην πέρα θάλασσα
την άκρως εικαστική.
Είναι που δεν την είδα όταν την κοίταξα, 
από προσκόλληση σε αντέρωτα και σεβασμό
στην προβλεπόμενη ζωή της: μόλις κατάλαβα
τι έρχεται κόντρα στην Τσιμισκή, σφράγισα
τα μάτια και την προσπέρασα έμπειρος,
έμπυρος και κακιασμένος, ως γέρων πέριξ
της Σωσάννας τον λαχνό.


1 σχόλιο:

ΠΕΤΕΦΡΗΣ είπε...

άμον=καθώς, σαν ,όπως (ποντιακά)