6/12/08
Χοιροβοσκός - «Ο Πωγωνάτος»
H πελατεία σαν άνοιξε κείνος ο καφενές δίπλα στο βουστάσι δεν ήντουνε τίποτις μουστερήδες, κόσμος καλός, σα να λέμε. Ήντουνε, κάτι τις, περικαθάρματα και περίγελως γεννηθέντες τοις ανθρώποις, σε πλήρη συνέχεια και αρμονία με τους ιδιοκτήτες του καφενείου.
Δηλαδή ο Θεός να τους κάμει ιδιοκτήτες, πέντε γέροι σκεβρωμένοι με κάτι τρύπιες γούνες που δεν τις έπιανε τ’ αγκίστρι. Ο Πέτεφρακας με τις παντούφλες του, και τις καλτσούλες του, ο Σραόσης της Γιαννούλας, μ’ ένα δερμάτινο δίχως φόδερα – ωσάν ξεπουπουλιασμένος φοιδεράτος Βυζαντινού παραμυθιού- αγορασμένο από κάτι Ρωσσοπόντιους, ο Κουκουζέλης σε μια γωνία κάτι ψέλλιζε για ένα τηλέφωνο που περίμενε λέει χρόνια –πολύ ρομάντικος- να το πάρει το μαντάτο, ρουφώντας τον καϊβέ του, κι ο Χοιροβόσκης με τα τσομπάνικα τα τσουράπια του, και τα σκουτιά του, απόσωνε το φασκομηλό του.
Ο φουκαράς ο Μπερεκέτης της Μπαλντούμενας, ο και χρέη καφετζή εκτελών, με μια πατατούκα ριγμένη στην πλάτη, έπιασε να πλένει τους τελβέδες απ’ το βουστάσι, και μουρμούραγε:
Εεεέχ! Μωρέ τι ζεστό που είναι το καφενεδάκι μας…
Πλήν όμως, ο πάλαι ποτέ Καπετάν Πετεφρής, όν οι αστείοι και παιγνιώδεις πάντοτε,
είρωνες δε πολλάκις, μπλογκισταί, απεκάλουν «ο Πωγωνάτος», σκυφτός κοίταζεν το χώμα δίχως ν’ αγγίζει τον τραχανά του. Κούνησε κάμποσον το κεφάλι του χαϊδεψε το υπογένειον του –εξ ου και το παρατσούκλι- αναστέναξε και είπε δακρύων:
«Αραγες υπάρχει Κόλαση και Παράδεισο;…»
Τότενες ο Χοιροβοσκός, πετάχτηκε πάνω, κι αντίς ν’ αρχίσει να χορεύει μπαϊντούσκα όπως θα περίμενε κανείς, κίνησε να στολίζει ένα μικρό Χριστουγεννιάτικο δεντράκι πόχε κρυμμένο στα σαμαροσκούτια του, λέγων στον «Πωγωνάτο» Πετεφρή:
Τι κλαίς; Μην γκλαίς! Να, σας έχω ολονώνε ένα δώρο, και σαν αποτέλειωσε το στόλισμα έβαλε το χέρι μέσα στο ζωστικό του, κι έβγαλε ένα κουτάκι όπου το κούρδισε . Και το κουτάκι αρχίνηξε να παίζει μουσική σε αρμονία μυστική με τα φωτάκια του δέντρου. (Δές και το βίδεο, ώ αναγνώστα, δια του λόγου το αληθές).
Ολοι αναγάλλιασαν κι ο Πωγωνάτος είπε:
«Δεν μπορεί κάτιτις θα υπάρχει…
Όσα φέρει η παρέα δεν τα ξέρει το ξερό μας».
Πιάσανε να χαμογελάνε!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
6 σχόλια:
Σύ μπορεί να διασκεδάζεις, αλλά το τραγουδάκι από το μουσικό κουτί, που ήβαλες, ακριβώς το ίδιο,το έχω αγοράσει από το Γιόρκ, Αρχές Οκτωβρίου του 2004, κάθε Χριστούγεννα το κουρδίζουμε και βαλαντώνουμε στο κλάημα οικογενειακώς.
Δεν μπορεί. Κάτι θα υπάρχει.Και τώρα που το καταλάβαμε κι αριτσωθήκαμε, ομπρός να ξεϋπάρξουμε,μήπως και κουνηθεί κάτι...
Εγώ δεν ηγνωρίζω απο που το ηγόρασε η ψυχή που μου το χάρισε χρόνια πρίν, τον καιρό που ο Χοιροβοσκός σαλαγούσε μαζί με τα γουρούνια. Κι εγώ γκλαίω, σαν ενθυμούμαι πως νόμιζα ότι κινούμαι, ενώ ήμην ακίνητος. Πεθαμένος η ψυχή μου!
Ωχ μωρέ Χοιροβοσκέ, λελέ Χοιροβοσκέ, σβερκωθήκαμε τον Πεντζίκη κυριακάτικα...
:-p
Πεντζίκης...Ποιός είναι αυτός;
Γνωρίζω δύο Αλεξάνδρους (Παπαδιαμάντην και Μωραϊτίδην)και τον Κυρ Ανδρέαν τον Καρκαβίτσαν.
Αυτόν τον Πεντζίκη δεν τονε γνωρίζω. Το μεζίτι, ναί! Τα μεζίτια που γουστάρουμε να κλέβουμε όσοι χεροκροτάμε, τάχα μου, την Δημοκρατία!
καλημερα σας και καλες γιορτές
ειναι ωραια να σας βρισκουμε μαζεμένους εδώ
σιγουρα υπάρχει κάτι λοιπον
διαφανη
Να που στολίσαμε και δεντράκ[η]....
Δημοσίευση σχολίου