Πρωτάκουσα γιά μπλούζ περί το τέλος των φίφτις, όταν ψιλομάθαινα να χορεύω. Μπλούζ έλεγαν και εννοούσαν το σλόου, που επέτρεπε συμπλεκόμενους μηρούς με την κοπέλα, αλλά δεν είχε βήματα.
Στην πρώτη εφηβεία το να πείς στην ποθητή χορεύουμε αυτό το μπλούζ; σήμαινε διάθεση γιά μπλεξίματα. Με ξαδέρφες και συμμαθήτριες χορεύαμε τσατσά, καλύψω, μάμπο, βάλς και τανγκό- τουλάχιστον με τα υβρίδιά τους.
Το ροκ ήταν άλλη σωλήνωση. Απαιτούσε εξαντλητική παρακολούθηση έμπειρων χορευτών, που ήξεραν από φιγούρες.Δεν είναι τυχαίο ότι μετά το ροκ, μας έπιαναν οι διαθέσεις προς ιδιωτική κόλαση.
Οταν το πάρτι είχε τσάρλεστον και τέτοια, δήθεν παλαιικά και χαριτωμένα, ήταν ασφαλής ένδειξη ότι το πάρτι γαμήθηκε και υποτάχτηκε στα κορίτσια.
Η δική μας σειρά (είναι υπερβολικό να μιλάς γιά γενιά...) γνώρισε το μπλούζ κυρίως από τους Στόουνς, που είχαν στα πρώτα LP τους, αρκετά κομμάτια.Θυμάμαι που είχα βάλει λόγια στο Spider and the fly,καθώς δεν εκάτεχα καλά αγγλικά, και οι ελληνικοί στίχοι ήταν ό,τι θεωρούσα έως τότε σεξουλιάρικο και καυλωτικό.
Προς το τέλος των σίξτις αρχίσαμε να ακούμε κανονικό μπλούζ, από κανονικούς μουσικούς, ίδια εποχή που μας μάγευε το ρεμπέτικο του μεσοπολέμου(δεν υπάρχει κι άλλο).
Ελάχιστα μπλουζ "κάθονται" με ελληνικό στίχο. Ισως επειδή κοντεύει τον ήχο του sweet home Chicago, o απόκληρος του Γερμανού ξεχώριζε από γενέσεως.
Στη "νύχτα καταστροφής" του Λουκιανού, προτίμησα την εκδοχή του Ραμ παμ παμ που φύτεψε και φυσαρμόνικα.
Αλλά η υπόθεση είχε κριθεί αρχές του 70 ,όταν ο Σβάρτσιχ μας έφερε το "Ζωντανοί στο Κύτταρο" και τρελαθήκαμε, τέρμα Καλαποθάκη, με τον ανεπρόκοπο, έργο του Πουλικάκου, στο LP οι στίχοι αποδίδονται στον Φαληρέα. Ο Πουλικάκος ήταν θρύλος για μάς το 1973. Δεν έχει φωνή μπλουζίστα, είναι παραδόξως γλυκύς, αλλά το αποδίδω στην συνέργεια του Πάλι, και στο ότι ήξερε τον Κουτρουμπούση, που ήταν επίσης θρύλος μας.Εκεί, στο δεύτερο κουπλέ, κάνει ένα γύρισμα που το ξανάκουσα σε κάτι τελειωμένα του Χάουλιν Γουλφ. Ο άλλος δίσκος έχει από Τζόνι Μίτσελ, έως Τζέθρο, Ζέππελιν και λοιπούς, αλλά ο ταχύς βηματισμός του Ζάππα ξεπερνάει την επαναληπτικότητα που ζήσαμε με το Hey Jude: ξέρω και μιά μελαχρινη, πολυ την κάνω κέφι /μα τ΄όνομά της δεν θα σας το πώ/που όλο μου γκρινιάζει γρουσούζη με φωνάζει/ τεμπέλη κι ανεπρόκοπο. Συνδυασμένο με το "κι αυτή θα με τρελάνει" του Γερμανού, μπορω να καταλάβω γιατί περίμενα να μπεί στον βίο μου ο Ζάικος γιά να καταλάβω κάτι ελάχιστο απο το μπλούζ. Μα πόσες γκρινιάρες γυναίκες ανταμώσαμε και συντροφέψαμε εκείνες τις παλαιές δεκαετίες; εντάξεις ,ήμεσθεν κι εμείς αφόρητοι, αλλα σκάγαμε και κανένα γελάκι. Η καλύτερα, μόνον γελάκια σκάγαμε, από την πολλή σαχλαμπίχλα.
Αναμείνατε δυό συναφή κείμενα, ένα γιά τον Πετεφρή ως μπράσερ, κι ένα γιά τις ημέρες του Θόδωρου Παπαντίνα. Ας όψεται ο Μπερεκέτης που έγραψε υποκάτωθεν αυτό το παπαδιαμαντικό γιά το παιδικό του θέατρο. Μπορεί να μη ζηλεύω, αλλά παθαίνω κάτι χειρότερο: φιλοτομούμαι. Συνεργεί και η επέτειος της 25ης, οπότε εκεί συνεχίζω να παθιάζομαι με τον Δυσσέα. Θεωρήστε το μιά απάντηση στο στιχηρό του Χριστιανόπουλου νά ξερες Μακρυγιάννη γιατί τζάκισες το χέρι σου. Το τζάκισες γιά να χορεύουν σέικ τα κωλόπαιδα.
Μπλουζ ακούγαν τα κωλόπαιδα. Κοκκαλωμένοι στην ασπρόμαυρη εικόνα. Χόρευαν η Δυναμό και η Νταίζη και η Ελσα σε φοβάμαι. Αλλά όχι σέικ. Σέικ δεν χόρευε μήτε ο Πασχάλης.
7 σχόλια:
εχεις χαιρετισμούς απο τη Νταίζη, την ειδα πριν μια βδομαδα, μετα δεκατεσσερα χρονια, τιποτα δεν αλλαξε, εννοώ σέικ ουτε τωρα θα το χορευε.....
εκσ άλλου ''..ολα για τη μουσική'' ήταν κι οχι για το χορό. Νεσπά? Πά! Πά!
Κατά το "αν ο παππούς μου είχε καρούλια", πολλές φορές χάσκω κι αναρωτιέμαι:
Αν ο Μανώλης Χιώτης ζούσε μερικά χρονάκια ακόμα, άραγε θ' άγγιζε με το μαγικό του χέρι το ρεύμα των '60 και '70, όπως άγγιξε το λάτιν και το '50;
Και σε αυτήν την περίπτωση, μήπως έμπροσθεν της "ευθείας μεταφοράς" των "εξωτερικών" αυτών ρευμάτων στην ημεδαπή, το μαγικό του χέρι θα είχε παρεμβάλει μιαν ευφάνταστη μιξ μελωδική φρασεολογία, υπομειδιάζουσα κάτωθεν ενός χαριτωμένου ντούγκλα μουστακακίου;
Αν την ξαναδείς, Γούφα, χαιρετίσματα, επίσης...
Γεράσιμε, στην χώρα του μιξολύδιου, είναι παράξενο που αναζητάς "εξωτερικά ρεύματα". Δεν θέλω να επιστρέψω στην πεθαμένη συζήτηση περί ρεμπέτικου και μπλούζ(τυπική συζήτηση ομογενειακού χαρακτήρα) αλλά μου αρκεί ότι τα αχ και βαχ των ρεμπέτηδων την ώρα της βακχείας, θυμίζουνε τα αντίστοιχα των αραπάδων. Δεν έχουμε βάθος διότι, βέλτιστε. Μήτε πάθος. Αυτά τα δυό τα αγρεύουμε όπου τα βρούμε, όπου γής. Τα μισά λαϊκά του 50 και του 60 είναι καθαρά μάμπο κι άλλες τόσες ρούμπες. Μαέστρους είχαμε. Οχι Μάρκους. Ακόμη και τους αρχικλεφταράδες των ινδικών, τους έχουμε συγχωρέσει και τους θεωρούμε κομμάτι του προαιώνιου τίποτα.
Η ιδέα σου είναι ευγενής, αλλά σπέρνεται σε αγενές έδαφος. Σιγά μη άφηναν τον Χιώτη να επιβιώσει!! με δυό άγριες γυναίκες γύρω του, που δεν του άφησαν τσαούλι.Κι ο Μάρκος που γλύτωσε, έζησε λάθρα βγάζοντας ενορχηστρωμένα χασάπικα γιά τους διευθυντές των εταιρειών. Ακουγα τις προάλλες ένα "του Περιστέρη" και έκλαιγα τον Μάρκο.
Μετά τον Χιώτη, ήρθαν ο αδελφός Περράκης με την αδελφή του. Πλέι μπουζούκι γιά μένα. Τόσο κατάλαβαν.Ο,τι κατάλαβαν και οι κυριλεδες. Δεν θέλω Σοπέν και Μπαχ, βαρέθηκα τα άχ και βάχ.
Αυτό με το παιδικό θέατρο, πολύ φαρμάκι είναι.Υγίαινε.
Μιας και θίξατε τον Φαληρέα (Τάσο), θυμάμαι ανάμεσα στις άλλες ρήσεις του και τη φράση «Πρέπει να είσαι πολύ βλάχος για να σου αρέσει η Κανελλίδου». Προεκτείνοντας τον συλλογισμό, για να σου αρέσει ο Γερμανός (Βαγγέλης) πρέπει να είσαι το λιγότερο Μολδαβός. Ή και Σαλονικεύς, επίκτητος: δεν βλέπω άλλο λόγο γιατί στα 60 σας να συνεχίζετε να παίρνετε τον Χριστιανόπουλο στα σοβαρά, να τον μνημονεύετε και να του απαντάτε.
Όπως είπε και ο απελθών GWB, «When I was young and foolish I was young and foolish». Κι εγώ στη νιότη μου θεωρούσα ελληνικόν μπλουζ (όπου το μπλουζ αίφνης έγινε ενικός) το «Μείναμε απόψε από τσιγάρα» των Φατμέ, από τον πρώτο τους δίσκο, αλλά δεν το έκανα θέμα. Μετά ανεκάλυψα το «Μ’ έκανες και χώρισα» του Μάρκου και το «Ντόκτορ» του Κατσαρού και ήρθα στα ίσα μου, και δεν με πειράζει διόλου που δεν έχω πατρίδα.
Βαρβάκη,εξηγώ(πάλι και πάλι...) ότι το ποστάκι παρουσιάζει τρία παραδείγματα όπου ο στίχος "κάθεται" καλά, πάνω στην μουσική πλατφόρμα.Τίποτε άλλο.Δεν υπάρχει παρατονισμός, δεν υπάρχει παρανάγνωση, δε υπάρχει παρακέντηση, δεν υπάρχει παραλέκατο.Ο Μάρκος ήταν τόσον εγκρατής αυτής της δισιπλίνας, ώστε προτιμούσε το ακατανόητο από το παρατονισμένο:
το κΑτασπρΟ σου Ομορφο κορμΑκι
σαν την κολΟνα στέκει πΑντα και μιλΑς
μΕσα σ΄αυτόν τον ψΕΥτη τον κοσμΑκη
πάντα χαρΟΥμενη βαδΙζεις και γελΑς.
Στην άλλη όχθη, από το "Αγαπώ την Αθήνα πολύ ,μα πολύ μα πολύ μα πολύ" του Γιάκοβλεφ, έως τα "βέλη μου σεβαστιανά" και πολλά της Μαρινέλας,ο κόσμος βρίσκεται υπό εντατική παραγωγή του ήχου μιάς τσατσάρας που τηνε χορδίζεις με το νύχι.
Δεν απαντώ σε κανέναν, Χριστιανόπουλον ή Καραβατζήν. Συσχετίζω.Γιά μένα, ο συνδυασμός της λέξης "μαέστρος" με λέξη περιέχουσα την ρίζα "τσιτσάν" ενέχει αρνητικό πνεύμα.
Και οι απαντήσεις ερείδονται επί έργων, ή παρέργων, ουδεπώποτε επί ενζώδων.
αχ μου θυμίσατε ότι με τα μπλουζ γδύνεται και όποιος επιθυμεί καλύτερα, νιότη που λικνιζόσουν αναλόγως...
Όταν ξεμπάρκαρα στη Γαλλία το 1999 έμεινα σέκος σ'ένα ξενυχτάδικο ("κλαμπ" θα το έλεγες, με πολλαπλές αίθουσες και τέκνο- ρέιβ μουσικές), όταν ξαφνικά σταμάτησε το νταπ-νταπ-ντάπνταπ- νταπντάπ και άρχισαν.... τα σλόου! ¨οπως παλιά, στα πάρτυ...
Κι ύστερα σού λέει ο Σραόσας ότι δεν νοσταλγεί την εφηβεία
ανακούφιση, σίγουρα- αλλά και γλυκιά νοσταλγία- ποτέ ξανά τα μπλουζ δεν ' ακούγονται όπως τότε...
met you by surprise
I did't realise
that my life would change
forever
saw you standing there
I didn't know I'd care
there is something special
in the air
dreams
are my reality
my only kind of real
fantasy
I dreamt of loving you all night
and loving you seemed right
I guess that's my reality
Προσθέστε στην ανωτέρω σούπα ένα ¨Όνομα, ας πούμε "Αρίμνα" για μένα,
"Ζαίντη" για κάποιους άλλους, και να η εφηβεία, η διάπυρη, η λατρεμένη, η επάρατη...
Δημοσίευση σχολίου